Κρητικό Πανόραμα, εξώφυλοΈληξαν με επιτυχία στο ξενοδοχείο CANDIA MARIS οι εργασίες του Δεύτερου Συνεδρίου για το περίφημο κρασί μαλβάζια, που οργάνωσε ο Δήμος Γαζίου με τη συμπαράσταση τν Κρητολόγων Κώστα Τσικνάκη και Νίκου Ψιλάκη, με στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης και συνεργασία του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και του Ελληνικού Ινστιτούτου Βενετίας. Όπως τόνισε ο Δήμαρχς Γαζίου κ. Γιώργος Μαρκογιαννάκης, στόχος είναι η αναβίωση της μαλβάζιας στην Κρήτη κι η δημιουργία ενός Ινστιτούτου για την παραγωγή, την οινοποίηση και την προώθηση στην αγορά.

Οι ανακοινώσεις ήταν συναρπαστικές. Κάλυψαν τον οινολογικό, τον ιστορικό τομέα, τον βιολογικό-γενετικό, τον ιατρικό, τον αρχαιολογικό, τον ανθρωπολογικό και τον θρησκευτικό.
 
Μεγάλου ενδιαφέροντος και η έκθεση σχετικών εγγράφων στον ¶γιο Μάρκο και το τεύχος «Το καλύτερο κρασί του κόσμου» που επιμελήθηκε ο Κώστας Τσικνάκης, με εισαγωγή της Χρύσας Μαλτέζου και δημοσίευση εγγράφων για τις αμπελοκαλλιέργειες, τα κρασιά, τα πατητήρια, τα βαρέλια και τις φορτώσεις πλοίων για τις μεγάλες εκτός Κρήτης εξαγωγές. Η φήμη της μαλβάζιας ήταν τόσο μεγάλη, ώστε την αναφέρουν ο Βοκάκιος στο «Δεκαήμερο» ο Rabelais στον «Γαργαντούα» και ο Σαίξπηρ στο δράμα «Ριχάρδος ΙΙΙ».
 
Στην εναρκτήρια συνεδρίαση, στον ¶γιο Μάρκο, προσπάθησα να δώσω μία σφαιρική παρουσίαση των προβλημάτων και των προτεινομένων λύσεων, βάσει ορισμένων στοιχείων. Ένα από αυτά είναι ο όρος Καστέλ Μαλβιτζή, που αναφέρεται ως δηλωτικός της επαρχίας Μαλεβιζίου, σε συμβόλαια σχετικά με τη φορολόγηση του κρασιού, στον τόμο του συβολαιογράφου Μαρά που εξέδωσε η Βικέλαια Βιβλιοθήκη με επιμέλεια του Διευθυντή των Γενικών Αρχείων Μανόλη Δρακάκη.
 
Ο όρος Μαλβιτζή αντιστοιχεί τελείως στο malvisie, που δηλώνει τη μαλβάζια σε ορισμένα κείμενα. Δύσκολο να θεωρηθεί σύμπτωση. Έδωσα μια ιστορική παρακολούθηση πληροφοριών περί του μονεμβάσιου οίνου και του κρητικού.
 
Ασφαλώς γινόταν κάποτε εξαγωγή κρασιών από τη Μονεμβασιά, αλλά λόγω των ιστορικών συνθηκών (της φραγκικής και έπειτα της τουρκικής κατάκτησης της Πελοποννήσου) η μονεμβασιώτικη παργωγή κα εξαγωγή ποτέ δεν πήρε την έκταση και τη φήμη της κρητικής. Στο διάστημα αυτό της φραγκικής κατοχή της Μονεμβασιάς, ναυτικοί και έμποροι κατέφυγαν στη Μικρά Ασία, από όπου καταγίνονταν σε εμπόριο διαμετακομιστικό, σιταριών από το Εύξεινο και κρασιών από το Αιγαίο.
 
Φαίνεται ότι κυρίως μετά την εκδίωξη των Φράγκων, στα χρόνια του ελληνικού δεσποτάτου του Μορέως, αναπτύχθηκε το μονεμβασιακό εμπόριο. Ττε, τον δέκατο τέταρτο αιώνα, εισήχθη το είδος μονοβασά στην Κρήτη, αναφερόμενο έκτοτε ως κρασί κρητικό. Στα 1342 με απόφαση του βενετικού κράτους επιβάλλεται κοινή φορολογία στο μονεμβασιακό και στο εντόπιο κρητικό κρασί με κοινή ονομασία malvasia. Στο δεύτερο μισό του δέκατου πέμπτου αιώνα, με την τουρκική κατάκτηση της Πελοποννήσου, η Μονεμβασιά χάνει τα αμπέλια της, που φυσικά ήταν στην πελοποννησιακή ακτή και όχι στο βραχώδες νησάκι.
 
ΑμπελώναςΟ περιηγητής Felix Faber λίγο αργότερα σημειώνει ότι «κάποτε» έκανε η Μονεμβασιά εξαγωγή κρασιού. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν και η ίδια η Μονεμβασιά κατελήφθη από τους Τούρκος. Δεν υπάρχει από τότε μονεμβασιακό κρασί.Και όπου αναφέρεται μονοβασά, όπως στο σατιρικό ποίημα του Φαλίδου, πρόκειται, κατά τη γνώμη του αλησμόνητου Νίκου Παναγιωτάκη, για τη μαλβαζία της Κρήης. Στα 1700 ο Ιταλός Pini σημειώνει ότι στη Μονεμβασιά «κρασί μαλβάζια δεν ήταν ούτε κατ΄ ελάχιστον γνωστό». Δεν πρέπει λοιπόν να μεγαλοποιείται το θέμα του «μονεμβάσιου οίνου».
 
Πρέπει να εξετάζεται στο ιστορικό πλαίσιό του. Αντιθέτως, για την κρητική μαλβαζία αφθονούν οι πληροφορίες από περιηγητές, από Βενετούς αξιωματούχους και από Κρητικούς της εποχής. Οι λόγοι της μεγάλης διάδοσης του κρητικού κρασιού ήταν η εκτεταμένη παραγωγή, η πολιτική σταθερότητα επί τρεις σχεδόν αιώνες, και το βενετικό οικονομικό σύστημα που ενθάρρυνε το εμπόριο για να εξασφαλίζονται εισπράξεις μεγάλων δασμών. Οι εξαγωγές ευκολύνονταν επίσης από τον εμπορικό σόλο Βενετίας και Κρήτης. Αλλά και πλοία της Ισπανίας, Πορτογαλίας, Φλάνδρας, Αγγλίας, έρχονταν και παραλάμβαναν μεγάλες ποσότητες μοσχάτου και μαλβαζίας. Τίποτε τέτοιο δεν μαρτυρείται για τη Μονεμβασι.
 
Μεγάλου ιστορικού ενδιαφέροντος ήταν οι ανακοινώσεις του Χαρλάμπου Γάσπαρη για το κρασί στη μεσαιωνική Κρήτη, του Κώστα Τσικνάκη για μια προσπάθεια περιορισμού των αμπελοκαλλιεργειών, της Ασπασίας Παπαδάκη για το κρασί στην Κρητική Λογοτεχνία, της Μαρίας Πατραμάνη για τις πληροφορίες του Ανδρέα Κορνάρου και της Αγγελικής Πανοπύλου περί της συντεχνίας των βαρελοποιών. Ο Ηλίας Αναγνωστάκης του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, σχετικά με τη Μαλβάζια επικεντρώθηκε σε ένα μόνο σημείο: στην αμφισβήτηση της σχέσης της με το Μαλεβίι. Βασίστηκε σε τρία συμβόλαια που αναφέρουν καλλιέργειες μαλβαζίας ανατολικά του Ηρακλείου και σε ανάλογη πληροφορία του Buondelmonti.
 
Δεν αποδεικνύει βέβαια αυτό ότι δε καλλιεργούνταν μαλβαζίες και στο Μαλεβίζι, αφού μαρτυρούνται τέτοιες καλλιέργειες ακόμη και στα Χανιά και στο Ρέθυμνο. ¶λλωστε από τις χιλιάδες συμβολαίων που υπήρχαν, ελάχιστα είναι γνωστά και δεν αρκούν καθόλου για τη στήριξη οριστικών συμερασμάτων. Δεν ξέρομε σχεδόν τίποτε για το δέκατο τρίτο αιώνα και για το πού ήταν την εποχή εκείνη οι καλλιέργειες.
 
Το κύριο είναι κάτι άλλο: οι ιστορικές συνθήκες που καθόρισαν την εξαφάνιση του εμπορίου μαλβαζίας τη Μονεμβασιά και την τεράστια επίδοση της στην Κρήτη ολόκληρη. Είναι ιστορικές πραγματικότητες που δεν μπορούν με κανένα τρόπο να αμφισβητηθούν.
 
του κ. Στυλιανού Αλεξίου
Ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστήμιου Κρήτης
 
Κρητικό Πανόραμα

τεύχος 12 Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2005
σελίδες 177- 182

Print Friendly, PDF & Email

Από manos