Από την τελετήΜε ιδιαίτερη συμμετοχή και συγκίνηση, έγινε το πρωί της Τρίτης (14/9), το μνημόσυνο για τους 150 εκτελεσθέντες από τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής, στη Ρίζα Ιεράπετρας.
Παρέστησαν ο Νομάρχης Λασιθίου, οι βουλευτές Καρχιμάκης κα Πλακιωτάκης, ο πρόεδρος της ΤΕΔΚ Λασιθίου, ενώ το μνημόσυνο τέλεσε ο Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας, Ευγένιος.  Στην ομιλία του, ο Δήμαρχος Ιεράπετρας Νίκος Χριστοφακάκης, είπε:

Όταν την 1η Σεπτεμβρίου 1939 η γερμανική Βέρμαχτ εισέβαλε στην Πολωνία, σηματοδοτώντας την απαρχή του πιο αιματηρού πολέμου, που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, δεν ήταν δυνατόν να μαντέψει κανείς πως θα χρειάζονταν πέντε ολόκληρα χρόνια και πενήντα εκατομμύρια νεκροί, από τους οποίους τα δύο τρίτα (2/3) ήταν άμαχοι πολίτες, για να σημάνει η λήξη του. 
Δεν ήταν, επίσης, δυνατό να φανταστεί πως ένα από τα πιο σκληρά επεισόδια αυτού του μεγάλου πολέμου, που ξεκίνησε στη χώρα μας στις 28 Οκτωβρίου 1940, θα διαδραματιζόταν στα δικά μας χωριά, με πρωταγωνιστές δικούς μας ανθρώπους, που πλήρωσαν με το αίμα τους την ασυγκράτητη θηριωδία των γερμανών κατακτητών.

Τα ιστορικά γεγονότα είναι γνωστά.
Πολλοί από όσους βρίσκεστε σήμερα εδώ τα έχετε ζήσει οι ίδιοι.

Έχετε γνωρίσει το παγερό πρόσωπο του πολέμου, τον κίνδυνο του θανάτου, τον ξεριζωμό, την ορφάνια, τις κακουχίες, την πείνα, τη στέρηση, την απανθρωπιά.

Έχετε θρηνήσει το θάνατο συγγενικών σας προσώπων, που χάθηκαν από τα βόλια των Γερμανών.

Έχετε κλάψει για τη σκληρή μοίρα, που σαν μαύρο πέπλο σκέπασε τα χωριά και τα σπίτια σας.

Έχετε σφίξει τα δόντια, για να υποτάξετε τον πόνο τής ψυχής και του κορμιού κι έχετε δουλέψει σκληρά, για να ξαναχτίσετε όσα γκρεμίστηκαν. Για να κατοχυρώσετε το δικαίωμα μιας καλύτερης ζωής .

Επιτρέψτε μας, όμως, να θυμηθούμε σήμερα μαζί σας όσα έγιναν εκείνο το Σεπτέμβρη. Όχι, για να αναζωπυρώσουμε το μίσος απέναντι σε κείνους, που τα προκάλεσαν. Όχι, μόνο για να κλάψουμε για μιαν ακόμη φορά.

Θα ξαναμιλήσουμε για κείνα τα γεγονότα, 61 χρόνια αφότου έγιναν, γιατί έχουμε χρέος να το κάνουμε στη μνήμη εκείνων που έφυγαν, συνεπαρμένοι από το όνειρο για μια πατρίδα ελεύθερη και για παναθρώπινη λευτεριά.

Θα ξαναμιλήσουμε γι’ αυτά 61 χρόνια, αφότου έγιναν, γιατί έχουμε χρέος να δείξουμε την αλληλεγγύη μας σε ανθρώπους, που και σήμερα χάνουν τη ζωή τους από σιδερόφρακτους στρατούς κατοχής, ξεριζώνονται δίχως να φταίνε από τα σπίτια τους, βλέπουν τα χωριά και τα όνειρά τους να γίνονται στάχτη από απρόκλητους εισβολείς.

Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τα γεγονότα.
Μετά, λοιπόν, την εκτέλεση των δύο Γερμανών του φυλακίου της Κάτω Σύμης στις 10 Σεπτεμβρίου του 1943, ενέργεια που και τότε κρίθηκε από όλους άσκοπη, μετά τη μάχη της Κάτω Σύμης στις 12 Σεπτεμβρίου, που είναι μια από τις μεγάλες μάχες, τις οποίες έδωσε η θνική Αντίσταση της Κρήτης «και ως προς την τακτική και το φρόνημα και ως προς τα αποτελέσματα και τις τραγικές συνέπειες» (1), ο στρατιωτικός διοικητής Ηρακλείου Μύλλερ και ο διοικητής του Φρουρίου Κρήτης Μπρώιερ συναποφασίζουν στα πλαίσια αντιποίνων την καταστροφή του ανατολικού διαμερίσματος της Επαρχίας Βιάννου και του δυτικού διαμερίσματος της Επαρχίας Ιεράπετρας.

Ο απαίσιος Μύλλερ διατυπώνει εγγράφως τις θηριώδεις εντολές του προς τους αξιωματικούς και τους στρατιώτες των στρατευμάτων κατοχής, που εξαποστέλλονται σαν επίγειοι δαίμονες για να αφανίσουν τα χωριά μας :

«… Σκοτώνετε… σκοτώνετε καθένα που θα συλλαμβάνετε σε ολόκληρη την περιφέρεια. Ξεθεμελιώνετε, πυρπολείτε και καταστρέφετε κάθε κτίσμα των χωριών, χωρίς να εξαιρείτε ούτε τις εκκλησίες. Φωτιά και σίδερο και όλεθρο σκορπίζετε. »

Και εκείνοι δεν αρκούνται μόνο να εκτελέσουν τις εντολές.
Επιδεικνύουν τέτοιο ζήλο, που δε διστάζουν να εκτελέσουν εν ψυχρώ ανήμπορους γέροντες, άρρωστους, γυναίκες, παιδιά, έμβρυα στην κοιλιά της μάνας τους, βρέφη που βυζαίνουν, γιους που μεταφέρουν στα χέρια τους την υπερήλικη μάνα τυς.

Οι στρατιώτες της Βέρμαχτ με επικεφαλής το συνταγματάρχη Μέτμαν γίνονται ανήμερα θεριά. Δε χορταίνουν μόνο με αίμα. Παραδίδουν στις φλόγες τα χωριά μας. Λεηλατούν, γκρεμίζουν, καταστρέφουν, ασχημονούν.

Ζωές, βιος, όνειρα, ελπίδες αφανίζονται σε λίγες ώρες.

Πρώτα τα χωριά της Βιάννου.

Μετά την καταστροφή τους πήραν σειρά στο οδοιπορικό τού θανάτου τα δικά μας χωριά.

Η εντολή και πάλι είναι σαφής: « Να καταστραφεί όλη η περιοχή, από το πρώτο ανατολικά της Βιάννου χωριό μέχρι το χείμαρρο του Μύρτου».

Έτσι και γίνεται. Πρώτος καταστρέφεται ο Μύρτος. Ακολουθούν τα Γδόχια, η Ρίζα και οι Μουρνιές, που γνωρίζουν κι αυτά σε όλη την έκτασή της την ωμότητα των Γερμανών στρατιωτών, πολλοί από τους οποίους παινεύονταν για την κλασική και για τη μουσική τους παιδεία.

Στις Μάλλες, στο Χριστό και στους Μύθους οι Γερμανοί εκτελούν, επίσης, τον άμαχο πληθυσμό. Το αίμα ρέει σαν ποτάμι. Αλλά εκείνοι δε χορταίνουν.

Το μνημείοΤο κακό σταματά χάρη στη θαρραλέα παρέμβαση του τότε Αρχιμανδρίτη και μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγένιου Ψαλιδάκη και του Επισκόπου Νεάπολης Διονύσιου Μαραγκουδάκη, που, αψηφώντας τον κίνδυνο της ζωής τους, παρεμβαίνουν στο Μύλλερ και του ζητούν να σταματήσουν οι ωμότητες.

Έτσι, δεν καίγονται οι συνοικισμοί της Ρίζας Ζούρβα και Σφακούρα, οι Μύθοι, ο Παρσάς, οι Μάλλες και ο Χριστός.

Ο φριχτός απολογισμός του μακελειού στην Επαρχία Ιεράπετρας είναι η απώλεια της ζωής των ανθρώπων, που εκτελέστηκαν, ο αφανισμός τεσσάρων χωριών, που κάηκαν και η προσφυγιά εκατοντάδων, που, χωρίς καν να θάψουν τους νεκρούς τους, γιατί αυτή ήταν η εντολή των Γερμανών, πήραν το δρόμο και ζήτησαν καταφύγιο στην Ιεράπετρα και στα γειτονικά της χριά.

Ας ακούσουμε για μια ακόμα φορά το λυγμό του ποιητή, του δασκάλου του Μύρτου, Απόστολου Παπαδημητρόπουλου, που περιγράφει με μοναδική αυθεντικότητα και με απροσποίητο πόνο όσα έγιναν τότε, σαλπίζοντας, όμως, θαρραλέα και το μήνυμα της ελπίδας :

Μαύρο πέπλο τα πάντα σκεπάζει

Μύρτο, Γδόχια, Ρίζα, Μουρνιές

Ταχυβόλα, μαχαίρια, μπιστόλια,

φλόγες, κρότοι αρμάτων, κραυγές.

Του βουνού κουκουβάγιες και γύπες

κατεβήκαν στα μέρη αυτά

και θρηνήσν σαν είδαν κι κείνα

των χωριών τη φριχτή συμφορά.

Λαγκαδιές ποτιστήκαν με αίμα.

Ρεματιές ενωθήκαν σφιχτά

με καρδιές που χτυπούσαν με τρόμο,

μήπως δούνε τη φρίκη ξανά.

Του γιαλού α γοργά κυματάκια

δε χτυπούν, όπως πριν, απαλά

τα λουλούδια και κρίνα του κάμπου

δε μυρίζουν σαν πριν χαρωπά.

Γερμανοί, Γερμανοί, Γερμανοί,

αιμαβόροι, κακούργοι,

απαισία των Ούνων φυλή,

των Ελλήνων η δόξα θα μείνει

αιωνία στον κόσμο αγνή.

Τα παιδιά του Σχολείου και τ’ άλλα

τώρα δίνουμε όρκο κρυφό,

πως θα χτίσουμε πάλι πατρίδα

από στάχτη, φωτιά και καπνό.

Τα παιδιά τήρησαν τον όρκο, που τους ζήτησε ο δάσκαλός τους να δώσουν. Επέζησαν μέσα στις στάχτες και στα συντρίμμια, στάθηκαν στα πόδια τους και σιγά-σιγά μαζί με τις χαροκαμένες μάνες και τους πολύχρονους παππούδες έχτισαν πάλι τα χωριά τους.

Έμαθαν γράμματα, πρόκοψαν, άλαξαν τη ζωή τους, τη δική τους και του χωριού τους, όπως άλλαξε μετά τον πόλεμο και η ζωή ολόκληρου του τόπου μας.

Η λαβωματιά, όμως, στην ψυχή τους από όσα έζησαν τότε δεν επουλώθηκε ποτέ. Όπως δεν έπαψαν ποτέ να κρατούν αναμμένο και το καντήλι της ανάμνησης, όχι μόνο στους τόπους της θυσίας, αλλά προπαντός στις ίδιες τις καρδιές τους.

Η παρουσία μας σήμερα εδώ είναι απόδειξη πως θέλουμε κι εμείς να κρατήσουμε ζωηρή την ανάμνηση των πρωταγωνιστών της θυσίας, αλλά και των ιστορικών γεγονότων εκείνης τής εποχής. Χωρίς φανατισμό, χωρίς εμπάθεια. Με επίγνωση των εξελίξεων της Ιστορίας.

Διεκδικούμε την αναγνώριση του ολοκαυτώματος και των δικών μας χωριών, των χωριών της τότε Επαρχίας Ιεράπετρας, που είναι ισότιμο με εκείνο των χωριών της Βιάννου, και όμως, δεν έχει τύχει ανάλογης τιμής.

Είναι καιρός ο λύχνος που καίει στο εικόνισμα της θυσίας των δικών μας ανθρώπων να πάψει να είναι τοποθετημένος «υπό από τον μόδιον» και να πάρει τη θέση που του αρμόζει.

Αποδεχόμαστε ανεπιφύλακτα όσα γράφει ο δάσκαλος του Μύρτου, ο Γεώργιος Δημητριανάκης, που διδάσκει και σήμερα από τον τάφο του πως «η Ιστορία δεν γενικεύεται αόριστα και αυθαίρετα. Τα γεγονότα της εντοπίζονται με ακρίβεια εκεί που διαδραματίζονται. Μόνο τότε έχομε Ιστορία. Μόνο έτσι οι γενιές που έρχονται θα είναι συνεπείς στην ιστορική αλήθεια, αντικειμενικές στην εκτίμηση της προσφοράς και των θυσιών κάθε χωριού χωριστά, ευλαβείς στη μνήμη των μαρτύρων. Κοινή η Εθνική Αντίσταση στην περιοχή, κοινός ο αγώνας για τη λευτεριά. Κάθε χωριό, όμως, έχει τη δική του προσφορά, τις δικές του θυσίες, τη δική του ιστορία». (2)

Αυτή τη δικαιοσύνη ζητούμε κι εμείς σήμερα εδώ στο όνομα των νεκρών μας, στο όομα του μαρτυρίου όσων επέζησαν.

(1) Γ.Δημητριανάκη – Ο Μύρτος και τα γύρω χωριά

(2) Γ.Δημητριανάκη – » »

Print Friendly, PDF & Email

Από manos