Μητροπ. Ιεραπύτνης και Σητείας, Ευγένιος«…ος εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’  ευατόν εκένωσεν μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματ ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. 2,6-8).

Αγαπητοί εν Χριστώ Αδελφοί και τέκνα,

Το μέγα θαύμα της Ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού, του Ιησού Χριστού, η εκ Παρθένου Θεοτόκου γέννησή Του, και η εκ Πατρός θεία εκπόρευσή Του δεν λέγεται μόνο εν-ανθρώπηση, αλλά κένωση του λόγου. Αυτόν τον όρο χρησιμοποιούν οι άγιοι για να περιγράψουν τη γέννηση του Χριστού, που δεν είναι μόνο μια συνηθισμένη γέννηση με όλα τα ανθρώπινα στοιχεία, αλλά είναι και συγκατάβαση, πρόσληψη και ένωση Θεού και ανθρώπου.

Η μορφή του δούλου μειώνει και ελλατώνει κατά κάποιο τρόπο τη θεότητα του Ι. Χριστού, δεν παύει όμως να είναι και μ΄ αυτή τη μορφή του δούλου «ίσα Θεώ», δηλαδή τέλειος Θεός. Ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι πάντα ομοούσιος με τον Πατέρα Του κι το Αγιον Πνεύμα.

Αυτή είναι φυσική ιδιότητα του Χριστού και δεν άρπαξε βίαια τη θεότητα. Την έχει από αιώνες τώρα. Απλά με τη γέννησή Του ως άνθρωπος κρύπτει για λίγο τη θεότητα για να αναπλάσει την ανθρωπότητα. Συγκαταβαίνει από το ύψος της θεότητος διατηρώντας και στην γένησή Του, «το αταπείνωτον αυτού ύψος αταπεινώτως ταπεινώσας» ( Ιω. Δαμασκηνός). Αυτή η ένωση της θεότητος με την ανθρώπινη φύση, αυτή η πρόσληψη και ανάπλαση, στη γλώσσα των Πατέρων λέγεται κένωση του Θεού Λογου.

«Και ο πλήρης κενούται, κενούται γαρ της εαυτού δόξης επί μικρόν, ίνα εγώ της εκείνου μεταλάβω πληρώσεως», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.

Η κένωση του Ι. Χριστού δεν αναφέρεται στις δυσκολίες που συνάντησε κατά τη γέννησή Του, ούτε στην πτωχή οικογένεια του Ιωσήφ, ούτε στο φτωχικό σπήλαιο, ούτε στο διωγμό και την προσφυγιά, που γνώρισε από βρέφος. Η κένωση προσδιορίζει την ένωση του άκτιστου Θεού με την κτιστή ανθρώπινη φύση. Είναι το σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου, που δείχνει τη θνητή και παθητή φύση να γίνεται φύση του απαθούς και αιωνίου Θεού.

Αυτό είναι το μόνον καινόν (καινούργιο), αινώτατον μυστήριον και ακατάληπτον. Αυτή η πτωχεία του Χριστού, που αδειάζει τον θεϊκό χαρακτήρα του μέσα στον άνθρωπο για να δώσει θεότητα και χάρη στο ασθενικό και ταλαίπωρο πλάσμα Του, είναι βασική προϋπόθεση αγάπης, φροντίδος και θυσίας για θεραπεία και σωτηρία. Γιατί «Το απρόσληπτον αθεράπευτον ό δε ήνωται τω Θεώ, τούτο και σώζεται» κατά τον αγ. Γρηγόριο Θεολόγο.

Ο σκοπός της ενανθρωπήσεως του Ι. Χριστού και η γέννησή Του είναι η θεανδρική φανέρωση του τελείου Θεού και του τέλειου ανθρώπου. Δηλ. η τέλεια πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως, εκτός μαρτίας ( Ιω. 16,8 και Εβρ. 4,15) και η ενεργοποίηση της ανθρωπίνης φύσεως μέσα στη θεότητα, στην ακένωτη κένωση της θεότητος, για να πλουτίσει, να ζωογοννηθεί, να ανακαινισθεί σε όλες τις φυσικές λειτουργίες του. Να ζήσει υγιής ψυχή τε και σώματι υποστασιασμένος στη σαρκωμένη θεία ζωη. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος να εννοούμε τη γέννηση του Χριστού «Νόει θεοπρεπώς την ενανθρώπισιν του Κυρίου» παραγγέλει ο Μ. Βασίλειος.

Αποτέλεσμα και δίδαγμα αυτής της θείας κενώσεως είναι ο λόγος του Απ. Παύλου «Ελεύθερος γαρ ων εκ πάντων, πάσιν εμαυτόν εδούλωσα, ίνα τούς πλείονας κερδήσω·και εγενόμην τοις Ιουδαίοις ως Ιουδα ‘ιος, ίνα Ιουδαίους κερδήσω τοις ανόμοις ως άνομος, μη ων άνομος Θεώ, αλλ’ έννομος Χριστώ, ίνα κερδήσω ανόμους εγενόμην τοις ασθενέσι ως ασθενής, ίνα τούς ασθενείς κερδήσω τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω. Τούτο δε ποιώ δια το Ευαγγέλιον, ίνα συγκοινωνός αυτού γένωμαι» ( Α’ Κορ. 9, 19-22).

Ο άνθρωπος γίνεται συγκοινωνός του Ιησού Χριστού. Η ζωη του Χριστού γίνεται και δική του ζωη. Ο τρόπος σκέψεως και ενεργείας του Χριστού γίνεται τρόπος σκέψεως και πράξεως και του ανθρώπου. Και, όπως μίλησε, γνώρισε, πλησίασε και θεράπευσε τον άνθρωπο ο Χριστός, έτσι και ο αναγεννημένος πιστός πλησιάζει τον συνάνθρωπό του. Γινεται «τοις πάσι τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώση». Ο Κυριος δεν περίμενε να έλθουν σ’ αυτόν οι άλλοι, αλλά εκείνος πρώτος έψαχνε και ευργετούσε τούς άλλους. «Πρώτος ηγάπησεν ημας». Μίλησε στούς αρρώστους, στούς πλανεμένους, στούς αρνητικούς και αντιδραστικούς, στούς αδιάφορους, στούς ολιγόψυχους και προβληματικούς. Ηλθε να συναντήσει τον πάσχοντα άνθρωπο και κατέβαινε στο επίπεδό του για να τον συναντήσει, να του μιλήσει, να τον θεραπεύσει. Δεν περίμενε ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος να βρει τον Χριστό. Εκείνος πρώτος ψάχνει το απωλωλός αφήνει τα εννενήκοντα εννέα πρόβατα και ψάχνει το πλανώμενο.

Αυτή είναι η έννοια και ο τρόπος της συνεχούς «κενώσεως» του Υιού και Λογου του Θεού. Αυτή ην κένωση περιμένει και από μας. Να βγούμε απ’ τον εαυτό μας, την καλοπέρασή μας, να μην στηριζόμαστε στη δύναμη της εξουσίας που μας εξασφάλισε το προσωπείο, που παίζει άριστα τον άχαρο ρόλο του στην αυτονομημένη κοινωνία μας.

Γιατί δυστυχώς είναι αρκετοί αυτοί που υποφέρουν όχι μόνο από έλλειψη εργασίας, αλλά έλλειψη εξουσίας. Αναζητούν βόλεμα κοινωνικής καταξίωσης και παρουσίας, που θα τους εξασφαλίσει την εξουσία για να μη έχουν ούτε επαφή, ούτε υποχρέωση στο συνάνθρωπο η συνάδελφό τους. Το προσωπείο της εξουσίας γίνεται τρόπος και αιτία απόδρσης απ’ τον ίδιο τον εαυτό μας και συνεπώς και απ’ τον αδελφό μας. Ετσι προσπαθούμε να καλύπτουμε την ανικανότητά μας, να καλλιεργούμε συνειδητά την υποκρισία και να μιμούμαστε ξένα πρότυπα και πρόσωπα, που τελικά μας αποκαλύπτουν και μας γελοιοπούν. Αυτό το προσωπείο της εουσίας απέβαλλε ο Ιησούς Χριστός γι’ αυτό συνάντησε τον άνθρωπο και ανάπλασε και αγίασε τη χοϊκή θνητή φύση μας.

Αυτή την κένωση του εαυτού μας χάριν του Χριστού και της Εκκλησίας και των αδελφών μας πρέπει να ομολογούμε με πίστη και πράξη, με νήψη και εγρήγορση, με προσευχ και ταπείνωση με «λόγον Θεού», με το «τάδε λέγει Κυριος», που είναι η μία, αγία, ενιαία και αδιαίρετη παράδοση της Εκκλησίας μας. Τότε πράγματι φανερώνεται ο Θεός εν σαρκί «και εσκήνωσεν εν ημίν προς τούς αχαρίστους ο ευεργέτης, προς τούς αιχμαλώτους ο ελευθερωτής». Ο Λογος γίεται σάρκα, και ο άνθρωπος γίνεται Θεός. Τοτε ο λόγος προς «το τέμνειν υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν» ( Εβρ. 4,12), τότε «το μη πεποιθέναι εφ’ εαυτοίς» (Λουκ. 18,9).

Λόγος Θεού και αναγέννηση ανθρώπου που έρχεται σε ευθεία αντίθεση και ρήξη με κάθε μορφή κακώς κατεστημένου, οικονομικού, πολιτικού η πνευματικού. Ο πιστός χριστιανός αντιστέκεται σε οτιδήποτε περιφρονεί την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, σε οτιδήποτε υποβιβάζει τον άνθρωπο σε αντικείμενο και μέσο. Πιστεύει στη σάρκωση του Θεού, στη ζωντανή ιστορική και ανθρώπινη παρουσία Του και περιμνει την ανάπλαση και μεταμόρφωσή του.

Αρκεί να γαληνέψουμε κοντά στον Χριστό, να βρούμε λιμάνι στην Εκκλησία Του, να μελετήσουμε τον λόγο Του και να αποδεχθούμε τη δική μας ένδεια, γύμνια, στέρηση και ανημποριά. Ας Του ζητήσουμε τα φετεινά Χριστούγεννα να είναι αφορμή να μετασκευάσουμε τον εαυτό μας σε κατοικητήριο Θεού, σε σπήλαιο και φάτνη, για να ενεργεί μέσα μας ο Χριστός, όπως Εκείνος γνωρίζει, όπως Εκείνος ενεργεί, όπως Εκείνος επιθυμεί. «Εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον». Με λόγον Θεού που είναι «Ρηματα ζωής αιωνίου». Αμήν.

Αδεφοί, Χριστός Ετέχθη!

Αληθώς Ετέχθη!

Χριστούγεννα 2004

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο Ιεραπύτνης και Σητείας ΕΥΓΕΝΙΟΣ

Διάπυρος προς τον Ενανθρωπήσαντα Σωτήρα

Ευχέτης πάντων υμών.

Print Friendly, PDF & Email

Από manos