εκπαιδευμένος σκύλοςΑπό τις 20 έως τις 30 Οκτωβρίου 2012 το Πανεπιστήμιο Κρήτης – Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης (ΜΦΙΚ) συντόνισε την επίσκεψη στην Κρήτη της Ευρωπαϊκής Ομάδας Σκύλων (European Canine Team – ECT), που προέρχεται από την Ανδαλουσία (Ισπανία), στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE+ Φύση & Βιοποικιλότητα «Καινοτόμες Δράσεις για την Αντιμετώπιση της Παράνομης Χρήσης Δηλητηριασμένων Δολωμάτων σε Μεσογειακές Πιλοτικές Περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (LIFE09 NAT/ES/000533).

Σκοπός της πιλοτικής αυτής δράσης ήταν να εντοπιστούν περιπτώσεις χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων στις περιοχές του προγράμματος (Ίδη, Αστερούσια Όρη και Δίκτη) αλλά και σε άλλες περιοχές που έχει παρουσιαστεί κατά το παρελθόν έντονη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων, καθώς και να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα εκπαιδευμένων σκύλων στην αντιμετώπιση αυτής της παράνομης δραστηριότητας.

Η ομάδα αποτελούμενη από έναν οδηγό-εκπαιδευτή και 3 εκπαιδευμένους Γερμανικούς ποιμενικούς σκύλους επισκέφτηκε περιοχές με κυνηγετική δραστηριότητα και προσπάθησε να εντοπίσει νεκρά ζώα και / ή δολώματα. Την όλη επιχείρηση επέβλεψαν και υποστήριξαν ενεργά τα κατά τόπους Δασαρχεία και οι Κυνηγετικοί Σύλλογοι της Κρήτης.

Στην Κρήτη, έγιναν επιθεωρήσεις στις Περιφερειακές Ενότητες Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου και ειδικότερα στις περιοχές: Σκεπαστή Μυλοποτάμου, Βρωμόνερο Κρουσώνα και Άνω Ασίτες στο Δήμο Μαλεβυζίου, Βιάννος, Σύμη και Ομαλός Βιάννου στο Δήμο Βιάννου, Καστελλιανά και Αχεντριάς στα Αστερούσια (Δήμος Αρχανών-Αστερουσίων), Τρυπητή και Άγιος Κύριλλος-Μιαμού στο Δήμο Γόρτυνας, Οροπέδιο Λασιθίου, Οροπέδιο Καθαρού στο Δήμο Αγίου Νικολάου και εκτός της πιλοτικής περιοχής στους Γιούς Κάμπος-Δρίμισκο του Δήμου Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου. Οι περιοχές επιλέχθηκαν με βάση τις οδηγίες των Κυνηγετικών Συλλόγων για απώλειες κυνηγετικών σκύλων και χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς και καταγγελίες περιστατικών που έχουν συγκεντρωθεί στα Δασαρχεία, Δασοφυλακεία και Δασονομεία της υπαίθρου των Περιφερειακών Ενοτήτων Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου. Συνολικά οι εκπαιδευμένοι σκύλοι εντόπισαν τριάντα δύο (32) νεκρά ζώα:  έναν (1) γύπα ή όρνιο (Gyps fulvus), οκτώ (8) κουνάβια ή ζουρίδες (Martes foena), οκτώ (8) κατοικίδιες γάτες (Felix familiaris), δώδεκα (12) σκύλους (Canis familiaris) και δύο (2) σκαντζόχοιρους (Erinceus concolor), ενώ επιπλέον εντόπισαν 45 δηλητηριασμένα δολώματα. Αξιοπερίεργο είναι ότι κοντά σε ένα από τα δηλητηριασμένα δολώματα εντοπίστηκε νεκρό και ένα φίδι (1) (Telescopus falax), το οποίο θα εξεταστεί για να εξακριβωθούν τα αίτια θανάτου του.

Επισημαίνεται ότι ο αριθμός των νεκρών δηλητηριασμένων ζώων είναι τριπλάσιος από τα δεδομένα της επίσκεψης της ίδιας ομάδας τον Οκτώβριο του 2011, ενώ τα δηλητηριασμένα δολώματα είναι επταπλάσια από τα περυσινά δεδομένα.

Το σύνολο των νεκρών ζώων συγκεντρώθηκαν από τις θέσεις που βρέθηκαν, προκειμένου να προσδιοριστεί η αιτία θανάτου και να συλλεχθούν δείγματα για την ταυτοποίηση των δηλητηρίων που χρησιμοποιήθηκαν.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι σε αντίστοιχες επιθεωρήσεις που έγιναν την περίοδο 8-18 Οκτωβρίου 2012 στην περιοχή Αντιχάσια – Μετέωρα, με το συντονισμό της περιβαλλοντικής οργάνωσης ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ και στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος LIFE, βρέθηκαν 14 δηλητηριασμένα ζώα (εννιά σκυλιά, δύο αλεπούδες, ένα κοράκι, μια χελώνα και ένας σκαντζόχοιρος) και υπολείμματα από δολώματα.

Τα συμπεράσματα των επιθεωρήσεων και η επιτόπια έρευνα στην Κρήτη έδειξαν πως η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων γίνεται κυρίως: α) από παραγωγούς σε κτηνοτροφικές ζώνες για τον έλεγχο μικρών θηλαστικών καθώς και κυνηγετικών σκύλων (αδέσποτων και μη) που θηρεύουν ή διασκορπίζουν τα κοπάδια, β) από κυνηγούς σε κυνηγετικές περιοχές για την αποθάρρυνση της κυνηγετικής δραστηριότητας λόγω ανταγωνισμού ή αντιδικίας, και γ) από μελισσοκόμους για την εξολόθρευση εντόμων-θηρευτών των μελισσοσμηνών (π.χ. σφήκες).

Επίσης σε συνδυασμό με τις εισαγωγές δευτερογενώς δηλητηριασμένων αρπακτικών στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης και σε Κέντρα Περίθαλψης, η έξαρση των κρουσμάτων συμπίπτει με την περίοδο εκγύμνασης λαγωνικών σκύλων μερικές εβδομάδες πριν την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου (Αύγουστος – Σεπτέμβριος), καθώς και την περίοδο γεννήσεων των αιγοπροβάτων (Οκτώβριος – Δεκέμβριος) όπου τότε η χρήση των δηλητηρίων στοχεύει στην εξολόθρευση θηρευτών τους, κυρίως Κορακιών (Corvus corax).

Η εκπαίδευση των σκύλων της ομάδας ECT, από την γέννηση τους μέχρι την στιγμή που είναι επιχειρησιακά έτοιμοι, διαρκεί 18 μήνες. Ωστόσο, μία βασική διαφορά μεταξύ της χώρας προέλευσης των σκύλων, δηλαδή της Ισπανίας, με την Ελλάδα είναι ο τρόπος άσκησης του κυνηγίου. Η κυνηγετική δραστηριότητα στην Ισπανία ασκείται σχεδόν αποκλειστικά σε ιδιωτικές ελεγχόμενες περιοχές (ρεζέρβες), όπου σε περίπτωση εντοπισμού δηλητηριασμένων δολωμάτων αυτές αποκλείονται («κλείνουν») για ένα χρονικό διάστημα το οποίο ορίζεται με δικαστική απόφαση. Ωστόσο, με την χρήση των εκπαιδευμένων σκύλων έχουν αποδεδειγμένα μειωθεί το εμπόριο δηλητηριασμένων δολωμάτων, οι περιπτώσεις δηλητηριάσεων προστατευόμενων ειδών της άγριας πανίδας, οι απώλειες λαγωνικών σκύλων, αλλά και τα θανατηφόρα κρούσματα δηλητηρίασης ανθρώπων της υπαίθρου.

Ευχαριστούμε για την συνεργασία τους την Α’ Κυνηγετική Ομοσπονδία Κρήτης & Δωδεκανήσου (Κυνηγετικοί Σύλλογοι Ηρακλείου, Βιάννου, Ιεράπετρας και Αγίου Νικολάου), τα Δασαρχεία Ηρακλείου (Δασονομεία Μοιρών, Πύργου, Καστελίου και Βιάννου), τα Δασαρχεία Ρεθύμνου (Δασονομείο Περάματος)  και Λασιθίου (Δασονομείο Αγίου Νικολάου), καθώς και την 126η Σμηναρχία Μάχης για τη φιλοξενία των σκύλων της Ευρωπαϊκής Ομάδας Σκύλων στις εγκαταστάσεις της στο Ηράκλειο.
Print Friendly, PDF & Email

Από manos