avgenakis03Αδυναμία του αρμόδιου Υπουργού να απαντήσει στη σειρά των ερωτημάτων

Συγκεκριμένες προτάσεις για τη στήριξη των μικρομεσαίων επαγγελματιών κατέθεσε ο Βουλευτής Ηρακλείου της Δημοκρατικής Συμμαχίας, Λευτέρης Αυγενάκης, στη Βουλή στο πλαίσιο συζήτησης επίκαιρης ερώτησης με τον Υφυπουργό Οικονομίας, Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, κ. Παναγιώτη Ρήγα, το απόγευμα της Τρίτης, 8 Φεβρουαρίου.

 

Εισαγωγικά, ο Βουλευτής επισήμανε ότι «τους τελευταίους μήνες, περισσότεροι από 170.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα έχασαν τις δουλειές τους», προσθέτοντας ότι «μέσα σε έναν μόλις χρόνο, η Ελλάδα κατρακύλησε 15 θέσεις στο σχετικό δείκτη οικονομικής ελευθερίας, κατέχοντας πλέον την τελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Επιπλέον, τόνισε ότι «μετά την φυγή καταθέσεων ύψους περίπου 26 δισ. ευρώ από τις ελληνικές τράπεζες στο εξωτερικό, ακολουθεί η φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων όλων των μεγεθών και όλων των κλάδων, ακόμα και του εμπορίου. Σχετικές μελέτες καταγράφουν ότι περισσότερες από 1.500 (Α.Ε. και Ε.Π.Ε.) μεταποίησης και υπηρεσιών έχουν ήδη μετεγκατασταθεί σε γειτονικές μας χώρες».

Αναφέροντας ότι «το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει εντελώς εχθρικό προς τις υπάρχουσες και εν δυνάμει επιχειρήσεις, παραμένει το πλήθος των αντικινήτρων και των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων που έχουμε ως οικονομία, παραμένει η αδυναμία της κυβέρνησης να στηρίξει έμπρακτα την αγορά», υπενθύμισε ότι «ένα χρόνο πριν, η κα Κατσέλη ισχυριζόταν ότι μέσω ΤΕΜΠΜΕ και ΕΣΠΑ θα «έπεφταν» στην αγορά περίπου 9,5 δισ. Ευρώ, γεγονός που ουδέποτε συνέβη».

Κατόπιν, ξεκαθάρισε ότι «η Δημοκρατική Συμμαχία εξαρχής μίλησε για τη σημασία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και υποστήριξε ότι η αναγκαία επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας θα πρέπει να βασιστεί στη μικρομεσαία επιχείρηση και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας» και τόνισε ότι «απαραίτητες και αναγκαίες συνθήκες για την στήριξη του ιδιωτικού τομέα είναι ο περιορισμός της γραφειοκρατίας, η δημιουργία σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος, η παροχή ουσιαστικών κινήτρων και διευκολύνσεων, καθώς και η ουσιαστική στήριξη της ρευστότητας των μικρομεσαίων επαγγελματιών».

Στην πρωτολογία του διατύπωσε πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα, «για τα οποία η αγορά ζητά τη σαφή και ξεκάθαρη θέση της κυβέρνησης» και ανέφερε τα εξής:

  1. Με ποια συγκεκριμένα μέτρα προτίθεται η κυβέρνηση να προστατεύσει ουσιαστικά τη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα και να στηρίξει έμπρακτα τους μικρομεσαίους επαγγελματίες;
  1. Με ποιο τρόπο θα ενισχυθεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων;
  1. Με ποια συγκεκριμένα μέτρα θα τονίσετε την καταναλωτική πίστη;
  1. Με τις τράπεζες τι θα κάνετε ως κυβέρνηση; Θα υπάρξουν νέες ρυθμίσεις χρεών ή όροι για τα δάνεια;
  1. Τι θα γίνει με τις οφειλές του δημοσίου προς τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα;
  1. Ποια είναι η θέση της κυβέρνησης για τη ρύθμιση των οφειλών του ΦΠΑ και τις ασφαλιστικές εισφορές των υγιών ή των ζημιογόνων επιχειρήσεων;

Λαμβάνοντας το λόγο, ο αρμόδιος υπουργός, παρόλο που συμφώνησε με το πλαίσιο που περιέγραψε ο κ. Αυγενάκης και τις παρατηρήσεις του, αναγνώρισε ότι «δεν είναι δυνατόν να απαντηθούν όλα τα ερωτήματα που θέσατε».

Στη δευτερολογία του, στάθηκε ιδιαίτερα στην πρόσφατη σύσκεψη που είχε με τον Εμπορικό Σύλλογο Ηρακλείου και κατέθεσε στα πρακτικά το υπόμνημα των προτάσεών του για την αντιμετώπιση των υπαρχόντων προβλημάτων. Στο σημείο αυτό, εξέθεσε «συγκεκριμένες προτάσεις παρεμβάσεων που με βεβαιότητα θα στηρίξουν τις μικρές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».

Συγκεκριμένα, πρότεινε «να δοθεί δυνατότητα τμηματικής καταβολής του ΦΠΑ στους επαγγελματίες, αλλά και να προωθηθεί η άτοκη ρύθμιση των οφειλών του ΦΠΑ με προκαταβολή 10% και πολλές δόσεις χωρίς περιορισμούς έναρξης και λήξης». Επίσης, κατέθεσε ως «σημαντική πρόβλεψη είναι η δυνατότητα να πληρώνεται μέρος των ληξιπρόθεσμων οφειλών οποτεδήποτε και για όποιο ποσό έχει διαθέσιμο η επιχείρηση».

Επιπλέον, αναφέρθηκε στο ζήτημα των τραπεζών, σημειώνοντας ότι «οι φορείς της αγοράς ζητούν το άνοιγμα καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών προς τους καταναλωτές για να τονωθεί η κίνηση, αλλά και να υπάρξουν μικρότερα επιτόκια σε νέα και υφιστάμενα δάνεια για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών». Ως εξίσου σημαντικό τόνισε «να καταστούν δυνατές οι αναδιαρθρώσεις επιχειρηματικών δανείων με μετάθεση του χρόνου αποπληρωμής και επιμήκυνση της διάρκειας εξόφλησης», όπως και «να σταματήσουν οι μονομερείς αυξήσεις επιτοκίων που οι τράπεζες επιβάλλουν στους πελάτες τους».

Αναφορικά με τις ασφαλιστικές εισφορές τόνισε ως αναγκαία «τη ρύθμιση των εισφορών με μικρή προκαταβολή και μακροχρόνιο διακανονισμό», ενώ επισήμανε ότι «δεν πρέπει να διακόπτεται η Ιατροφαρμακευτική Περίθαλψη σε εμπόρους που έχουν οφειλές ασφαλιστικών εισφορών, καθώς άνεργοι τυγχάνουν υγειονομικής περίθαλψης όταν είναι απαραίτητο» και ανέφερε ότι «επιχειρήσεις που τακτοποιούν τις τρέχουσες υποχρεώσεις τους ενώ παράλληλα μειώνουν παλαιές οφειλές, δεν είναι σωστό να βρίσκονται υπό καθεστώς ομηρίας από τις νομικές συνέπειες»

Τέλος, θεώρησε κρίσιμη «τη λήψη μέτρων για την απλούστευση των διαδικασιών ρύθμισης χρεών με χαμηλότερο επιτόκιο, τη δυνατότητα συμψηφισμών μεταξύ οφειλών δημοσίου και επιχειρήσεων, την απλούστευση διαδικασιών για τη διακοπή ζημιογόνων επιχειρήσεων και ευνοϊκή ρύθμιση των οφειλών τους (ΦΠΑ, ΙΚΑ, φόρων) με ενιαία ρύθμιση αποπληρωμής σε πολλές άτοκες δόσεις, την παροχή κινήτρων σε τοπικές εμπορικές επιχειρήσεις που διακινούν εμπορεύματα τοπικής παραγωγής».

Κλείνοντας, ζήτησε από τον αρμόδιο Υπουργό «όλα αυτά τα θέματα να τα θέσει στο υπουργικό συμβούλιο και στους συναρμόδιους σας Υπουργούς και να τα προωθήσετε προς ρύθμιση, διότι είναι παραπάνω από προφανές ότι η αγορά χρειάζεται μια ουσιαστική ανάσα και οι επαγγελματίες την ουσιαστική στήριξη της πολιτείας για να επιβιώσουν.

Print Friendly, PDF & Email

Από manos