Σεβασμός στο περιβάλλονΤου Παύλου Εμμ. Δασκαλάκη*
«Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, τόσο ως παιδαγωγική διαδικασία όσο και ως διαδικασία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων, αποτλεί θεσμό που έχει αναπτυχθεί σε πολλές χώρες», με ομολογουμένως πρωτοπόρα βήματα στη χώρα μας. «Δεν είναι μόνο η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα των υλοποιούμενων προγραμμάτων, που καταδεικνύουν του λόγου το αληθές» (Κ. Παπασταύρου 2006).
Στην Ελλάδα πρωταγωνιτικό ρόλο στο χώρο της τυπικής εκπαίδευσης διαδραματίζουν τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Κ.Π.Ε.), που δημιουργεί το Υπουργείο Παιδείας. Συμπληρώνονται το σχολικό έτος 2007- 2008, δεκαπέντε χρόνια λειτουργίας τους, από το πρώτο που ιδρύθηκε στην Κλειτόρια (Καλάβρυτα) μέχρι το ελευταίο και ποιο πρόσφατο αυτό του Δήμου μας, του Κ.Π.Ε. Ιεράπετρας. Το 2006 με σχετική απόφαση της Υπουργού Παιδείας, ιδρύθηκαν 15 νέα Κ.Π.Ε, σε διάφορους Δήμους της χώρας και στελεχώθηκαν με προσωπικό, ανεβάζοντας έτσι σε 56 τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που λειτουργούν σε όλη τη χώρα. Η ανάπτυξη του εν λόγω θεσμού στηρίζεται κατά κύριο ρόλο στο μεράκι των εκπαιδευτικών, αλλά και στη δίψα των μαθητών για ένα «διαφορετικό σχολείο». Στην Ιεράπετρα ο θεσμός της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης παίρνει σάρκα και οστά με το ξεκίνημα Περιβαλλοντικών Προγραμμτων σε σχολεία της πόλης μας κατά το σχολικό έτος 1995 – 1996 και από τότε πολλές δεκάδες προγράμματα έχουν αναπτυχθεί σε νηπιαγωγεία, δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια (ΓΕΛ και ΕΠΑΛ), εκπαιδεύοντας εκατοντάδες μαθητές στις περιβαλλοντικές ιδέες.
Στον τόπο μας, ημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης, έχουν και οι οργανωμένες ομάδες των ενεργών πολιτών που διοργανώνουν διάφορες δράσεις και σίγουρα κάνουν εξαιρετική δουλειά στο χώρο της άτυπης περιβαλλοντικής αγωγής. Πως αλλιώς θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι ποκιλόμορφες δραστηριότητες της Οικολογικής Ομάδας Ιεράπετρας, του Σώματος Σαμαρειτών του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, του Πολιτιστικού Συλλόγου Ιεράπετρας, των Προσκόπων και Οδηγών, του Ορειβατικού Συλλόγου, της Μορφωτικής Στέγης κλπ. Να θυμίσω, για ιστορικούς και μόνο λόγους, ότι ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ιεράπετρας είχε δημιουργήσει από το 1989, πριν 18 δηλαδή χρόνια, οικολογικό τμήμα με σημαντική περιβαλλοντική δράση, ενώ σε πολύ παλαιότερες εποχές, συμπολίτες μας φύτευαν με εθελοντική πρωτοβουλία δέντρα στην παραλία της πόλης μας, για να την ομορφύνουν, νώ σήμερα ελάχιστα από αυτά έχουν διασωθεί, αφού λόγοι… ανάπτυξης επέβαλαν την κοπή τους.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, σε επίπεδο πλέον κοινωνίας, για να έχει ολοκληρωμένο περιεχόμενο και αποτέλεσμα στη δράση της θα πρέπει να διαχέεται μέσα και από τις λειτουργίες της τοπικής αυτοδιοίκησης, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας (Δημοτικής και Νομαρχιακής). Η συνεργασία των αυτοδιοικητικών φορέων, με τους τυπικούς και άτυπους φορείς της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, θα πρέπει να είναι ουσιαστική και αμφίδρομη. Η αυτοδιοίκηση όχι μόο να συνεργάζεται στα περιβαλλοντικά θέματα με τους συγκεκριμένους φορείς, αλλά μέσα από συγκεκριμένα προγράμματα να τους στηρίζει, να λύνει τοπικά περιβαλλοντικά προβλήματα, να καλλιεργεί και η ίδια περιβαλλοντική συνείδηση, να προάγει τις ιδέες της οικολογίας. Δυστυχώς πολύ λίγα γίνονται σε αυτό το επίπεδο και για το λόγο αυτό οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί μας, στην πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια αυτοδιοίκηση, θα πρέπει να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο.
Η επόμενη οκταετία είναι αφιερωμένη σε επίπεδο παγκόσμιων οργανισμών στη αειφορία και τη βιώσιμη ανάπτυξη και πως αυτές οι αρχές θα διεισδύσουν στα εκπαιδευτικά προγράμματα. Από τότε που ο όρος «αειφορική ανάπτυξη» επινοήθηκε το 1987 στην αναφορά Brudtland και έγινε παγκόσμια αποδεκτός στη Σύνοδο Κορυφής του Ρίο το 1992, όλο και περισσότερο συζητιέται σε εππεδα ακαδημαϊκών φορέων, Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, ιδρυμάτων δημόσιων φορέων και τα τελευταία χρόνια και σε επίπεδο ιδιωτικών επιχειρήσεων. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι «όταν αναφερόμαστε στο όρο «αειφόρος ανάπτυξη» αναφερόμαστε σε μια ευρύτερη έννοια, που εκτός από την περιβαλλοντική της πλευρά, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί και σαν εργαλείο ώστε να προσεγγισθούν αειφορικά επιστήμες και τομείς της ζωής όπως η φυσική, η οικονομία, η κοινωνική και πολιτιστική ποικιλία, η ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η παγκοσμιοποίηση, η εντοπιότητα, τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και υποχρεώσεις». (Shirley Eber 2007).
Δεδομένου ότι οι νέοι, σήμερα, είναι γενικά ενημερωμένοι και συμμετέχουν στα κινήματα του αντι- καπιταλισμού, της αντι- παγκοσμιοποίησης, της προστασίας του περιβάλλοντος κλπ, είναι ίγουρο ότι θα ωφεληθούν περαιτέρω από την ένταξη των εννοιών αυτών στα προγράμματα σπουδών και θα εξοπλιστούν κατάλληλα για να μπουν «αύριο» στην κοινωνία της εργασίας. Μέσα από μια διαδικασία μάθησης που θα χρησιμοποιεί μεθόδους project στη βάση των στόχων που θέτει η αειφόρος κα βιώσιμη ανάπτυξη, με την ανάπτυξη προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, απαλλαγμένοι από το άγχος των εξετάσεων για την εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο (τεχνικές μάθησης αποκλειστικά για τις πανελλήνιες εξετάσεις), θα αναπτύξουν δεξιότητες που θα αποβλέπουν στην απόκτηση αναλυτικής και κριτικής σκέψης, θα μπορούν να διαχειρίζονται τις πληροφορίες, θα διαφωνούν και θα επικοινωνούν αποτελεσματικά, θα αποκτήσουν σεβασμό για την ποικιλότητα των ανθρώπων, των πολιτισμών και του περιβάλλοντος, για σεβασμό της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Παρατηρώντας κανείς προσεκτικά τις ανθρωπογενείς δράσεις στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον διαπιστώνει το περιβαλλοντικό, αισθητικό και πολιτισμικό αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγήσει η ταύτιση της ανάπτυξης με καθαρά οικονοικά μεγέθη. Αποτέλεσμα είναι η αλόγιστη υπερ- χρήση και υπερ- ανάλωση των φυσικών πόρων, η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, η ρύπανση του εδάφους, του νερού, της ατμόσφαιρας, αλλά και η αύξηση της φτώχειας, η μείωση της απασχόλησης, η περιθωριοποίηση, η ρομποτοποίηση, η αποξένωση και αλλοτρίωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και προσωπικότητας. (United Nations, 1997- Αθανασάκης, 2000).
Για την αντιμετώπιση των δυσμενών αυτών καταστάσεων προβάλλονται οι βιώσιμες πολιτικές και πρακτικές, σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Οι πολιτικές αυτές μποούν να εξασφαλίσουν στους πολίτες ποιοτικές συνθήκες ζωής που να εμπεριέχουν και τη βασική συνιστώσα της αύξησης (Growth) των οικονομικών μεγεθών. (Βιλνόβ, 1992).
Συνεπώς η αειφορική ή βιώσιμη ανάπτυξη, εκφράζει μια συνολική αντίληψη διαπλοκής οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιδιώξεων, αξιών και επιλογών που θα περιφρουρήσει τις ανάγκες των μελλοντικών γενεών. Στο αειφορικό τρίγωνο της ανάπτυξης που οι τρεις πλευρές– πυλώνες του είναι η Οικονομία, το Περιβάλλον και η Κοινωνία, η πλευρά του Περιβάλλοντος, που θεωρείται η βάση του τριγώνου, επιβάλλει περιορισμούς και όρους σύνεσης στη χρήση των φυσικών πόρων και στηρίζεται στην αναγνώρισή του ως σταθερής, διηνεκούς και διαχρονικής αξίας.
Η ίδρυση και λειτουργία του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ιεράπετρας πιστεύω ότι θα βοηθήσει στην προώθηση αυτών των εννοιών. Απαραίτητη, φυσικά, προϋπόθεση είναι, η στήριξή του (ηθική και υλική) από τους αρμόδιους φορείς, ώστε να μπορέσει απρόσκοπτα να φέρει σε πέρας τους σκοπούς για τους οποίους ιδρύθηκε. Όλα αυτά για να προχωρήσουν, σχετίζονται με το αν α καταφέρει να έχει μια καλή διασύνδεση πρώτα απ’ όλα, με την εκπαιδευτική κοινότητα και στη συνέχεια με την τοπική κοινωνία.
 
* Ο Παύλος Εμμ. Δασκαλάκης είναι Μηχ/γος Μηχανικός – Δάσκαλος, Υπεύθυνος του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ιεράπετρας και Πρόεδρος της Οικολογικής Ομάδας Ιεράπετρας.

Print Friendly, PDF & Email

Από manos