Του Γιάννης Παπατσάκωνα.
 
Παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες, την αγωνιώδη προσπάθεια των κομματικών επιτελείων, να ερμηνεύσουν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων και, ανεξάρητα, από τα ορθά συμπεράσματα, τα οποία, ελπίζουμε, όλοι, ότι συναγάγουν, προσπαθούν να πείσουν, το καθένα από την πλευρά του, την κοινή γνώμη, για την δικαίωση της πολιτικής τους.
Ως πολίτης, πάντως, ενοχλούμαι, πιστεύω και άλλοι, όταν αντιλαμβάνομαι, πως οι ηεσίες των κομμάτων και οι αυτόκλητοι αναπαραγωγοί της «γραμμής», από τα τηλεοπτικά παράθυρα, υποτιμούν την αντίληψή μου και προσπαθούν να επιβεβαιώσουν, μέσα από, απροσδιόριστης λογικής, ερμηνείες την ορθότητα της πολιτικής που ακολουθούν.
Έτσι, η μεν κυβέρνηση, θα συνεχίσει να χάνει την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος, όσο θα απολογείται για τις αποτυχίες της, κολλημένη στην, εντελώς, πλέον, αδιάφορη για τον πολίτη, εμμονή της, ότι φταίει, για όλα, η προηγούμενη κυβέρνηση.
Η, δε, αξιωματική αντιπολίτευση, θ αρκείται να βλέπει τα ποσοστά της να αναπροσαρμόζονται, έστω θετικά, χωρίς ταυτόχρονα, να κερδίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών οι οποίοι δεν διαπιστώνουν την ύπαρξη μιας σαφούς, ξεκάθαρης και διακριτής πολιτικής από εκείνη του κυβερνώντος κόμματος που να υπόσχεται λύση στα, συεχώς, αυξανόμενα προβλήματά τους.
 
Γιατί κακά τα ψέματα.
 
Η διαπλοκή ζει και βασιλεύει. Απλά, στον οικονομικό –κοινωνικό –πολιτικό χάρτη, μόνο χρώμα αλλάζουν οι εστίες της.
 
Η ακρίβεια γονατίζει τα νοικοκυριά.
 
Οι Τράπεζες και οι μεγαλοεπιχειρηματίες μετρούν τα υπερκέρδη τους.
 
Η ανεργία, παρά τις υποσχέσεις και τις αλχημικές επεμβάσεις στους αριθμούς και στους πίνακες, βρίσκεται εκτός ελέγχου.
 
Τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας δεν αντιμετωπίζονται.
 
Τα ατομικά δικαιώματα περιορίζονται και κατοχυρωμένα δικαιώματα των εργαζομένων αμφισβητούνται.
 
Η γραφειοκρατία εξακολουθεί να φαντάζει αχτύπητη.
 
Οι θεσμοί της αποκέντρωσης και της αυτοδιοίκησης, έχον πολύ δρόμο, ακόμα, να διανύσουν και από ό,τι φαίνεται η πορεία είναι προς τα πίσω.
 
Το ασφαλιστικό, με τις εντολές των Βρυξελλών, προβάλλει ως εφιάλτης.
 
Μπορεί η κυβέρνηση να προβάλλει και να μεγεθύνει, πολλές φορές, αν καταφέρει να υφαρπάσει, κάποιο θετικό σχόλιο ή αναφορά, από τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, για την οικονομική πολιτική που ακολουθεί, αλλά αυτό, ελάχιστα, ενθουσιάζει τον ταλαιπωρούμενο πολίτη.
Μπορεί η αξιωματική αντιπολίτευση να επιχαίρει για το στρίμωγμα και για τις κυβερνητικές γκάφες, αλλά αυτό δεν της προσφέρει την εμπιστοσύνη του πολίτη.
Θα κερδίσει, λοιπόν, εκείνος που θα πείσει το εκλογικό σώμα ότι μπορεί να αμφισβητεί, να διαπραγματεύεται και να αντιστέκεται στις κοινοτικές εντολές, εάν αυτές θέτουν σε διακινδύνευση ή δεν προάγουν το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου και μειώνουν την προσδοκία του πολίτη για βελτίωση της ποιότητας της ζωής του. Θα κερδίσει εκείνος που θα πείσει ότι μπορεί να διαμορφώσει όρους κοινωνικής ευημερίας, έξω και πέρα από αριθμούς και δημιουργικές λογιστικές, τραβώντας το σχοινί, χωρίς να το σπάσει, στο πλαίσιο εφαρμογής των συνθηκών της Ένωσης.
Η μετάθεση, στο απροσδιόριστο μέλλον, των καλύτερων ημερών και η λογική της θυσίας της γενιάς αυτής στο βωμό της επιτυχίας μιας αποτυχημένης ευρωπαϊκής, κοινωνικής πολιτικής, κανένα δεν ενθουσιάζει.
 
Τον ιστορικό του μέλλοντος δεν θα απασχολήσουν ηγέτες πρόθυμοι να συμμορφώνονται σε πολιτικές που επιβάλλουν διεθνή οικονομικά κέντρα, όταν αυτές ενέχονται για την οικονομική ύφεση, μεταξύ των χωρών της ένωσης, προσβάλλουν τα δικαιώματα του ανθρώπου και δημιουργούν δεκάδες εκατομμύρια ανέργους.
 
Ο λεγόμενος πολιτικός ρεαλισμός και η εκλογικευμένη υποχωρητικότητα δεν εναι πάντα κατάλληλοι σύμβουλοι.
 
Ποιος θα τολμήσει την υπέρβαση του ξεπερασμένου πολιτικού συστήματος – με τις εμμονές στο παρελθόν – και την ρήξη με τις πολιτικές που αποτυγχάνουν σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο;
 
Γιάννης Παπατσάκωνας.
Πρώην Νομάρχης Λασιθίου.

Print Friendly, PDF & Email

Από manos