plastirasτου Ν.Ε. Μαστοράκη

Μας έδειξαν λοιπόν όλα τα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης) πολλά ντοκιμαντέρ για την 11 Σεπτεμβρίου 2001, τότε που έπεσαν οι Δίδυμοι Πύργοι στις ΗΠΑ. Λησμόνησαν όμως,
πιθανότατα από άγνοια, να μας πουν για την ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ της 11ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1922.

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ της 11ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1922 ΑΝ ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ ΕΝΑ ΜΗΝΑ ή ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΠΡΙΝ ΘΑ ΣΩΖΑΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ.

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ της 11ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1922.

Μετά την τραγική κατάληξη του απελευθερωτικού μας αγώνα στην πατρώα γή της Δυτικής Μικράς Ασίας, στις 11 Σεπτεμβρίου 1922, ξέσπασε Κίνημα του Στρατού και του Ναυτικού στη Χίο και τη Λέσβο και σχηματίστηκε Επαναστατική Επιτροπή από τους πρωτεργάτες της, τους Συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα, ως εκπρόσωπο του στρατού της Χίου, και Στυλιανού Γονατά, ως εκπρόσωπο του στρατού της Λέσβου, και τον Αντιπλοίαρχο Δημήτριο Φωκά, ως εκπρόσωπο του Ναυτικού.

Η στρατιωτική ήττα και η καταστροφή του ελληνικού στοιχείου στην Μικρά Ασία, είχαν συγκλονίσει το πανελλήνιο και είχαν προκαλέσει τη γενική κατακραυγή εναντίον των υπευθύνων.

Η κυβέρνηση Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη παραιτήθηκε και στις 28 Αυγούστου τη διαδέχτηκε κυβέρνηση του Νικόλαου Τριανταφυλλάκου.

Η μεταβολή δεν είχε πια κανένα νόημα. Στα στρατιωτικά τμήματα που είχαν διασωθεί και είχαν περάσει στη Χίο και τη Λέσβο, καθώς και στις μονάδες του Ναυτικού της περιοχής, η αγανάκτηση είχε κορυφωθεί.
Στις 11 Σεπτεμβρίου έγινε Επανάσταση.

Την επόμενη μέρα, τα επαναστατημένα στρατεύματα επιβιβάστηκαν σε εμπορικά πλοία και με τη συνοδεία πολεμικών έπλευσαν στην Αθήνα. Πρίν ακόμη το αποβατικό σώμα φτάσει στην Αττική, στρατιωτικό αεροπλάνο έριξε στην πρωτεύουσα προκηρύξεις της Επαναστατικής Επιτροπής με τις οποίες οι Επαναστάτες ζητούσαν την παραίτηση του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ υπέρ του Διαδόχου, τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, το σχηματισμό πολιτικά αχρωμάτιστης κυβέρνησης, που θα είχε την εμπιστοσύνη των συμμάχων της Αντάντ, και την άμεση ενίσχυση του Θρακικού Μετώπου.
Στις 13 Σεπτεμβρίου τα πλοία με το στρατό έφτασαν στο Λαύριο και την επομένη ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ παραιτήθηκε και έφυγε για την Ιταλία. Βασιλιάς ανακηρύχτηκε ο γιός του και Διάδοχος Γεώργιος Β΄. Στις 15 Σεπτεμβρίου τα επαναστατικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα, όπου ματαίωσαν την προσπάθεια του αποστρατευμένου υποστράτηγου Θεόδωρου Πάγκαλου να επωφεληθεί από την επανάσταση και να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, και σύντομα σχηματίστηκε πολιτική κυβέρνηση με πρόεδρο το Σ. Κροκιδά. Την εξουσία όμως είχε ουσιαστικά η Επαναστατική Επιτροπή (Αρχηγός της ήταν ο Νικόλαος Πλαστήρας), που ανέθεσε τη διεθνή εκπροσώπηση της Χώρας στον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Ποιός όμως ήταν ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑΣ:
Ο Νικόλαος Πλαστήρας (4 Νοεμβρίου 1883 – 26 Ιουλίου 1953) ήταν στρατιωτικός και πολιτικός στην νεότερη Ελλάδα. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και την Μικρασιατική εκστρατεία και πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα. Υπηρέτησε τρεις φορές ως πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Γιός του Χρήστου Πλαστήρα και της Στεργιανώς Καραγιώργου, γεννήθηκε στο Μορφοβούνι Καρδίτσας το 1883. Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο κατατάχθηκε στον στρατό το 1904 και υπηρέτησε στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού στα Τρίκαλα όπου προήχθη σε υπαξιωματικό. Το 1905 πήρε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα. Συμμετείχε ενεργά στον «Σύνδεσμο Υπαξιωματικών» που είχε σκοπό την αξιοκρατία και την εξυγίανση του Στρατού και ήταν παράλληλη με τον «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» των αξιωματικών, που έκανε το κίνημα στο Γουδί το 1909. Το 1910 εισήχθη στην Σχολή Υπαξιωματικών της Κέρκυρας από όπου εξήλθε το 1912 ως Ανθυπολοχαγός.
Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους διακρίθηκε στις μάχες της Ελασσόνας, των Γιαννιτσών και του Λαχανά, και ιδιαίτερα στη τελευταία στην οποία ονομάστηκε από τους συμπολεμιστές του Μαύρος Καβαλάρης. Το 1914 πήρε μέρος στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα.
Στη περίοδο του Διχασμού, κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκε με το Κίνημα Εθνικής Αμύνης (Σεπτέμβριος 1916) και συμμετείχε σ΄ αυτό, όταν υπηρετώντας τότε ως λοχαγός στη Λευκάδα μαζί με 11 άλλους αξιωματικούς της μονάδας του εγκατάλειψε τη θέση του και κινήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Πολέμησε στο Μακεδονικό μέτωπο όπου τραυματίστηκε και προάχθηκε σε ταγματάρχη. Στην μάχη του Σκρα διακρίθηκε ως διοικητής τάγματος και προήχθη “επ’ ανδραγαθία” σε αντισυνταγματάρχη. Το 1919 με το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων συμμετείχε στη εκστρατεία της Αντάντ στην Ουκρανία, κατά των Μπολσεβίκων, όπου μετά την αποτυχία της επιχείρησης διέφυγε στο Γαλάτσι της Ρουμανίας και από εκεί προαχθείς σε συνταγματάρχη, επικεφαλής της μονάδας του μεταφέρθηκε στην Σμύρνη.
Στην Μικρασιατική εκστρατεία έδωσε πολλές νικηφόρες μάχες με λίγες απώλειες που τον έκαναν γνωστό στους αντιπάλους που τον ονόμασαν «καρά-πιπέρ» (μαύρο πιπέρι), ενώ το 5/42 σύνταγμα ευζώνων έγινε γνωστό ως «σεϊτάν ασκέρ» (στρατός του διαβόλου). Κατά την προέλαση, έφτασε μέχρι το Καλέ-Γρότσο, πέρα από τον Σαγγάριο. Αναφέρεται ότι τις νύχτες έμενε μόνος του ως σκοπός για να ξεκουράζονται οι άντρες του, και κοιμόταν έφιππος κατά την πορεία της επόμενης ημέρας. Κατά την κατάρρευση του μετώπου ο Πλαστήρας κατάφερε να δώσει μάχες υποχωρώντας τακτικά, μαζεύοντας στρατιώτες από διαλυμένες μονάδες. Με την καθυστέρηση που προέβαλε στην επέλαση του εχθρού έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς πρόσφυγες να διαφύγουν, σώζοντάς τους από τους Τούρκους. Για την πράξη του αυτή αγαπήθηκε πολύ από τους πρόσφυγες, στο σημείο να βαφτίζουν τα παιδιά τους με το όνομα «Πλαστήρας».

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την Επανάσταση της 11ης Σεπτεμβρίου των στρατιωτικών δυνάμεων στη Χίο και τη Λέσβο, το 1922, ανέλαβε την αρχηγία της επαναστατικής επιτροπής (από όπου απέκτησε και το προσωνύμιο ‘Αρχηγός’). Τον Σεπτέμβριο του 1922 μετέβη στην Αθήνα όπου ανέτρεψε την κυβέρνηση και υποχρέωσε τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α’ σε παραίτηση υπέρ του γιου του Γεωργίου Β’ και σχημάτισε επαναστατική κυβέρνηση χωρίς όμως να συμμετάσχει σ’ αυτήν. Με την φροντίδα του περιθάλπηκαν και στεγάστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, και με νομοθετικό διάταγμα (14 Φεβρουαρίου 1923), έδωσε λύση στο αγροτικό ζήτημα, διανέμοντας το μεγαλύτερο μέρος των τσιφλικιών, στους ακτήμονες. Χάρη σ’ αυτόν και τον Θεόδωρο Πάγκαλο αναδιοργανώθηκε ο στρατός και ανασυντάχθηκε η στρατιά του Έβρου, δίνοντας ένα βοήθημα στον Ελευθέριο Βενιζέλο, κατά τις διαπραγματεύσεις για την Συνθήκη της Λωζάννης, περιορίζοντας τις απαιτήσεις του Κεμάλ. Επίσης υποστήριξε και ανέλαβε την ευθύνη για την «εκτέλεση των έξι», κατευνάζοντας τον λαό που ζητούσε την τιμωρία των υπεύθυνων για την Μικρασιατική καταστροφή.

Μετά τις εκλογές τον Δεκέμβριο του 1923 κατέθεσε την εξουσία στα χέρια της εκλεγμένης κυβέρνησης. Τον Ιανουάριο του 1924 παραιτήθηκε και αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Αντιστράτηγου. Η Δ’ Εθνοσυνέλευση τον ανακήρυξε «Άξιο της Πατρίδος». Αναχώρησε και έζησε για λόγους υγείας στην Ευρώπη ενώ το 1925 εξορίστηκε στην Ιταλία από την δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου μετά από προσπάθειά του να τον ανατρέψει.
Το 1933 τις εκλογές κέρδιζε η αντιβενιζελική παράταξη του Παναγή Τσαλδάρη. Πριν ολοκληρωθεί η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, την νύχτα 5 προς 6 Μαρτίου, ο Πλαστήρας οργάνωσε Κίνημα υπέρ του Βενιζέλου και με την έγκριση αυτού, με την δικαιολογία ότι η άνοδος των αντιβενιζελικών στην εξουσία θα σήμαινε το τέλος της Δημοκρατίας. Το κίνημα απέτυχε και κατέφυγε στο εξωτερικό. Στο επόμενο Στρατιωτικό Κίνημα, την 1η Μαρτίου 1935 (πάλι με την έγκριση του Βενιζέλου) προσέφερε και πάλι την υποστήριξή του παρ’όλο που ήταν ακόμη στο εξωτερικό, και μετά την αποτυχία του καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, όπως και ο Βενιζέλος.
Ο Πλαστήρας ήταν υποστηρικτής δυναμικής επίλυσης του πολιτικού και κοινωνικού ζητήματος και είχε εκφράσει τη συμπάθειά του προς το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας. Αυτή του η αντίληψη καθόρισε και τη στάση αναμονής που συνιστούσε στους οπαδούς του μετά την κατάληψη της Ελλάδας απ’ τις δυνάμεις του Άξονα, το 1941. Τυπικά αρχηγός του ΕΔΕΣ, δεν αντέδρασε όταν τμήμα της οργάνωσης συνεργάστηκε ανοιχτά με τους κατακτητές.

Μετά τα «Δεκεμβριανά» του 1944 κλήθηκε να αναλάβει την κυβέρνηση ως προσωπικότητα ευρείας αποδοχής, στις 3 Ιανουαρίου 1945. Προσπάθησε να αποτρέψει τον Εμφύλιο πόλεμο, και συμμετείχε στην Συμφωνία της Βάρκιζας. Όμως με μεθοδεύσεις της Βρετανίας, που φρόντισε για τη δημοσιοποίηση παλαιότερων κειμένων του όπου εξέθετε φιλοφασιστικές απόψεις, αναγκάστηκε σε παραίτηση στις 4 Αυγούστου 1945. Παρέμεινε όμως στην Ελλάδα για να ασχοληθεί με την πολιτική.
Μετά την λήξη του Εμφύλιου ήταν πρωταγωνιστής στην πολιτική ζωή ως αρχηγός της ΕΠΕΚ. Το σύνθημά του ήταν η λέξη «Αλλαγή». Σχημάτισε δύο φορές κυβέρνηση συνασπισμού από κόμματα του κέντρου την περίοδο 1950-1952 (15 Απριλίου 1950 – 21 Αυγούστου 1950 και 1 Νοεμβρίου 1951 – 11 Οκτωβρίου 1952) που χαρακτηρίστηκε ως «κεντρώο διάλειμμα». Ως πρωθυπουργός άσκησε μετριοπαθή πολιτική με πλούσια δράση. Ασχολήθηκε με την εξάλειψη των συνεπειών του Εμφύλιου και την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση, με ένα σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα εθνικοποιήσεων, κοινωνικών παροχών, διανομής γης στους ακτήμονες, χορήγησης ψήφου στις γυναίκες κλπ. Στη δεύτερη περίοδο της πρωθυπουργίας του συνεργάστηκε με το κόμμα των Φιλελευθέρων με αρχηγό τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Λόγω της αναγκαστικής συνεργασίας και λόγω της πίεσης των ανακτόρων και των δεξιών κομμάτων αναγκάστηκε να συμβιβαστεί και να μην προχωρήσει την πολιτική της εθνικής συμφιλίωσης όσο θα ήθελε. Αρχικός του στόχος ήταν η κατάργηση των στρατοδικείων και η υπαγωγή των υποθέσεων στα τακτικά δικαστήρια, η κατάργηση των ειδικών αντικομμουνιστικών νόμων, η απελευθέρωση των εκτοπισμένων και η κατάργηση του θεσμού της διοικητικής εκτόπισης, η κατάργηση της θανατικής ποινής.
Εντούτοις, επί των κυβερνήσεών του η Ελλάδα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, στάλθηκε εκστρατευτικό σώμα στην Κορέα και εκτελέστηκε το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Νίκος Μπελογιάννης. Τα γεγονότα αυτά και η απαίτησή του να στηριχτεί απ’ την Αριστερά στις εκλογές, τις οποίες διεξήγαγε με πλειοψηφικό σύστημα, και κατά συνέπεια η Αριστερά θα καταδικαζόταν σε πολιτική εξαφάνιση, καθόρισε το σύνθημα του ΚΚΕ «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας». Το κόμμα του διασπάστηκε, και με το σύνθημα της Αριστεράς «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» και την Αμερική να υποστηρίζει την εκλογή του Παπάγου έχασε τις εκλογές στις 16 Νοεμβρίου 1952. Η υγεία του είχε ήδη κλονιστεί και πέθανε στις 26 Ιουλίου 1953. Στην κηδεία του δόθηκε επίσημος χαρακτήρας και παραβρέθηκαν ο βασιλιάς, όλος ο πολιτικός κόσμος και άνθρωποι απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα και απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα, πράγμα ασύνηθες για την τότε ελληνική πραγματικότητα. Μίλησαν πολλοί επιφανείς πολιτικοί του φίλοι και αντίπαλοι. Οι σημαίες είχαν αναρτηθεί μεσίστιες με διαταγή του Παπάγου, και παλιοί στρατιώτες του εθεάθησαν να θρηνούν επάνω από τη σορό του.

Ο Πλαστήρας θεωρείται ότι ήταν ικανότατος στρατιωτικός, τίμιος πολιτικός και υπόδειγμα ανθρώπου, και αγαπήθηκε πολύ από τον λαό. Γεγονότα που τον χαρακτήρισαν ήταν η διακριτική προσφορά του μισθού του σε φτωχούς, η άρνησή του να «βολέψει» από την θέση του τον άνεργο αδερφό του και το ότι πέθανε και ο ίδιος χωρίς ποτέ να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία.
Η διορισμένη από τους Βρετανούς, κυβέρνησή του το 1945 υπέγραψε την Συμφωνία της Βάρκιζας, μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου την 1η Ιανουαρίου 1945. Η διορισμένη κυβέρνηση Πλαστήρα ήταν κυβέρνηση 95 ημερών μέχρι τις 8 Απριλίου 1945.
Η Καρδίτσα, ο συνοικισμός της Νέας Ερυθραίας Αθηνών και η Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών στα Τρίκαλα κοσμούνται με την προτομή του, η δε τεχνητή λίμνη του Ταυρωπού, που πρώτος αυτός οραματίστηκε, ονομάστηκε προς τιμήν του Λίμνη Πλαστήρα. Επίσης ένα στρατόπεδο στη Λάρισα καθώς και το τρένο της Δυτικής Θεσσαλίας φέρουν το όνομά του. Στον τόπο καταγωγής του, το Μορφοβούνι, πραγματοποιούνται εδώ και δεκαετίες πολιτιστικές εκδηλώσεις με το όνομα «Πλαστήρεια» ενώ το 1994 δημιουργήθηκε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών «Ν. Πλαστήρας» με διάφορα τμήματα, στόχος του οποίου είναι η δημιουργία μονογραφικού Μουσείου Πλαστήρα. Με την εφαρμογή του «σχεδίου Καποδίστριας» στην τοπική αυτοδιοίκηση, συστάθηκε Δήμος Πλαστήρα, ο οποίος περιλαμβάνει τα ανατολικά παραλίμνια χωριά.

sfakaonline.blogspot.com

Print Friendly, PDF & Email

Από manos