Η πρόσφατη έγκριση της CETA από την Ευρωβουλή έθεσε επί τάπητος όχι μόνο τη διαδικασία απώλειας της μονοπωλιακής προστασίας που απολαμβάνει η Φέτα ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης
(Π.Ο.Π.) στην αγορά των 500 εκατομμυρίων καταναλωτών της Ε.Ε. αλλά και τους ευρύτερους κινδύνους που ελλοχεύουν από τις διεθνείς συμβάσεις τύπου CETA,TTIP κλπ.
Ιδίως στην παρούσα συγκυρία που οι ΗΠΑ του Τραμπ υιοθετούν πλέον τη λογική του οικονομικού προστατευτισμού και αντιτίθενται στην υιοθέτηση συμφωνιών που απελευθερώνουν έτι περαιτέρω το διεθνές εμπόριο.
Η Ε.Ε. λοιπόν αντί να στηρίξει την Αρχή της Κοινοτικής Προτίμησης, η οποία αποτέλεσε και το βασικό χαρακτηριστικό της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής της πάλαι ποτέ Ε.Ο.Κ., πολιτική η οποία προστάτευε αποτελεσματικά τα αγροτικά προϊόντα των κρατών μελών της τότε Ε.Ο.Κ., έχει τα τελευταία τριάντα χρόνια προσχωρήσει στις λογικές του Π.Ο.Ε.. και της πλήρους απελευθέρωσης του εμπορίου αγροτικών προϊόντων με αποτέλεσμα η ευρωπαϊκή αγορά να κατακλύζεται κυριολεκτικά από πάμφθηνα και αμφιβόλου ποιότητας αγροτικά προϊόντα τα οποία διαλύουν το εισόδημα των Ευρωπαίων αγροτών. Το τελευταίο διάστημα μόνο γίναμε μάρτυρες της αθρόας εισαγωγής τυνησιακού λαδιού ενώ επί θύραις βρίσκεται και η μαζική εισαγωγή ουκρανικών κτηνοτροφικών προϊόντων μόλις δοθεί από την Ολλανδία το πράσινο φως να τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών Ε.Ε.-Ουκρανίας η οποία πάγωσε λόγω του γνωστού Ολλανδικού δημοψηφίσματος. Το παζλ βέβαια συμπληρώνει η εισαγωγή αγροτικών προϊόντων από το Βιετνάμ και αλλαχού καθώς και η επικείμενη εφαρμογή της Συμφωνίας Ε.Ε.-Μεσημβρινής Αφρικής στο πλαίσιο της οποίας θα επιτρέπεται πλέον και η παραγωγή της περίφημης South Africa Feta!!!
Βέβαια η Ε.Ε. επιτρέπει την αθρόα και συνάμα εν πολλοίς αδασμολόγητη εισαγωγή αγροτικών προϊόντων από τις αναπτυσσόμενες χώρες όχι γιατί καθοδηγείται από αισθήματα αλτρουισμού για τους φτωχούς αγρότες του τρίτου κόσμου αλλά για τον απλό λόγο ότι με την πτώση των οικονομικών τειχών και την εξάλειψη των δασμών οι βιομηχανικές χώρες του ευρωπαϊκού σκληρού πυρήνα και κυρίως η Γερμανία έχουν πλέον τη δυνατότητα να εξάγουν στον αναπτυσσόμενο κόσμο τα βιομηχανικά τους προϊόντα. Έτσι στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας οι αναπτυσσόμενες χώρες εξάγουν στην Ευρώπη αγροτικά προϊόντα και ο βιομηχανικός ευρωπαϊκός βορράς τα δικά του βιομηχανικά προϊόντα. Αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα συσσώρευση κερδών για τον ευρωπαϊκό βορρά και διάλυση της αγροτικής οικονομίας του ευρωπαϊκού νότου.
Επομένως αυτό που χρειάζεται πλέον ο ευρωπαϊκός νότος και ιδίως η Ελλάδα είναι η επαναφορά της πολιτικής του προστατευτισμού της αγροτικής οικονομίας, πολιτική η οποία ακούει στο όνομα Αρχή της Κοινοτικής Προτίμησης.
Έτσι καταψήφισα τη CETA κατά την ψηφοφορία που έλαβε χώρα στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο στις 15/2/2017, όπως άλλωστε είχα διαμηνύσει δημόσια εδώ και χρόνια, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οι σχετικές διαπραγματεύσεις Ε.Ε.-Καναδά.
Ευθύς εξαρχής είχα τοποθετηθεί ενάντια στη Συμφωνία Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης Ε.Ε.-Καναδά, τη γνωστή CETA καθώς πρόκειται για συμφωνία απελευθέρωσης του εμπορίου που έχει μία σειρά σοβαρότατων αρνητικών επιπτώσεων για την Ελλάδα.
Ανοίγει το δρόμο στην εισαγωγή μεταλλαγμένων τροφίμων, διαλύει τις εργασιακές σχέσεις, εμπορευματοποιεί τα δημόσια αγαθά όπως είναι η υγεία και η παιδεία και ανατρέπει την αρχή της πρόληψης η οποία είναι σημαντική για την προστασία της δημόσιας υγείας. Ευνοεί τις πολυεθνικές, καταστρέφοντας τους ντόπιους μικροπαραγωγούς, ανοίγει στους καναδούς τον τομέα παροχής υπηρεσιών και ταυτόχρονα δημιουργεί ένα παραδικαστικό σύστημα παρακάμπτοντας τα δικαστήρια των κρατών–μελών της Ε.Ε.
Επιπλέον η CETA διαλύει την αγροτική οικονομία σε Ευρώπη και Ελλάδα και καταργεί το καθεστώς αυξημένης προστασίας που είχε η παραγόμενη στην ηπειρωτική Ελλάδα και στη Λέσβο Φέτα ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) ζημιώνοντας ανεπανόρθωτα την παραγωγή και την ποιότητα της Φέτας ενός παραδοσιακού προϊόντος το οποίο μόνο από τις εξαγωγές το 2015 απέφερε στην Ελλάδα 367 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα η CETA ευνοεί τον κυριότερο καναδό παραγωγό δήθεν «φέτας» ο οποίος σημειωτέον είναι Σκοπιανός!!! κατέχοντας τη μερίδα του λέοντος, περί το 63%, της τοπικής καναδικής παραγωγής φέτας-μαϊμού
Τέλος με τις ρυθμίσεις της CETA, (η οποία επιτρέπει πλέον σε όσους παραγωγούς του Καναδά παρήγαγαν μέχρι το 2013 φέτα-μαϊμού και μάλιστα από αγελαδινό γάλα να συνεχίζουν νόμιμα πλέον να το πράττουν), ανοίγει η Κερκόπορτα προκειμένου στα επόμενα χρόνια η Φέτα να μετατραπεί σε κοινή ονομασία και συνακόλουθα να απωλέσει την ισχυρότατη προστασία την οποία απολαμβάνει εντός της Ε.Ε. ως προϊόν Π.Ο.Π.
Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε ότι σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ε.Ε. για τη Φέτα, οι όροι μετατροπής της Φέτας από Π.Ο.Π. σε κοινή ονομασία πληρούνται όταν το προϊόν αρχίσει να παράγεται σε χώρο εκτός της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Περιοχής, ήτοι εκτός της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Λέσβου, με διαφορετική μέθοδο και υλικά, δηλαδή με αγελαδινό γάλα και όλα αυτά με την γραπτή συναίνεση της Ελλάδας!!!
Έτσι αξιοποιώντας την Κερκόπορτα της CETA, η Δανία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιρλανδία που τόσο σκληρά πολέμησαν δικαστικά και εξώδικα την ελληνική προσπάθεια για κατοχύρωση της Φέτας ως προϊόν Π.Ο.Π. σύντομα θα επανέλθουν και θα ζητήσουν τόσο από την Κομισιόν όσο και από το Δικαστήριο της Ε.Ε. στην πορεία, τον αποχαρακτηρισμό της Φέτας από προϊόν Π.Ο.Π. με το απλό επιχείρημα ότι με τη συναίνεση της Ελλάδας πληρούνται πλέον οι όροι μετατροπής της Φέτας από Π.Ο.Π. σε κοινή ονομασία.
Και αυτό θα σημάνει την οριστική και αμετάκλητη απώλεια της μονοπωλιακής προστασίας που είχε από το 2005 και εντεύθεν η Φέτα ως προϊόν Π.Ο.Π. μέσα στην τεράστια αγορά της Ε.Ε.»
Νότης Μαριάς, Ανεξάρτητος Ευρωβουλευτής, Καθηγητής Θεσμών της Ε.Ε. στο Πανεπιστήμιο Κρήτης