Αυτό το φως δε λιγοστεύει, διήμερο αφιέρωμα στον Μιχάλη Γκανά
Ομήρου Οδύσσεια του Μιχάλη Γκανά, παρουσίαση

Ο Μιχάλης Γκανάς, που γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944, αποτελεί μια τις πιο ξεχωριστές ποιητικές φωνές της γενιάς του ’70.

Στο ευρύτερο κοινό είναι γνωστός από τους στίχους που μελοποίησαν γνωστοί συνθέτες, Έλληνες και ξένοι.

Η πρώτη προσωπική του συλλογή, «Ακάθιστος Δείπνος», εκδίδεται το 1978, για να ακολουθήσουν τα «Μαύρα Λιθάρια» (1980), «Γυάλινα Γιάννενα» (1989), η «Παραλογή» (1993) και τα «Μικρά» (2000). Στο μεταξύ το 1981 εκδίδει το «Μητριά πατρίδα», ένα πεζογράφημα με έντονα προσωπικά βιώματα από την περιπέτεια εμφυλίου και της Ουγγαρίας. Στην εργογραφία του εντάσσονται «Ο ύπνος του καπνιστή» (2003), μια ελεύθερη απόδοση στο «Άσμα Ασμάτων» (2005), το «Γυναικών, μικρές και πολύ μικρές ιστορίες» (2010) και η «Άψινθος» (2012). Τα παραπάνω μαζί με το βιβλίο «Ποιήματα 1978 – 2012» που περιλαμβάνει τις περισσότερες ποιητικές του συλλογές κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Μελάνι». Τον Οκτώβριο του 2016 κυκλοφόρησε η διασκευή του της Οδύσσειας από το «Μεταίχμιο».

Παράλληλα, έχει μεταφράσει τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης – Κάρολος Κουν και τους «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου για το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πατρών. Έχει τιμηθεί το 1994 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για την «Παραλογή», το 1999 με το βραβείο Καβάφη και το 2011 από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο του ποιητικού του έργου.

Η ποίηση του Μιχάλη Γκανά είναι ομόκεντρη. Υπάρχει ένας κεντρικός θεματικός πυρήνας, που περιλαμβάνει την πατρίδα, την αγάπη, τον χρόνο και τον θάνατο. Ο τόπος είναι μια από τις ορίζουσες του έργου του. Πρόκειται για έναν τόπο φανταστικό, μυθοποιημένο και χαμένο στη μνήμη της παιδικής ηλικίας. «Τα δικά μου Γιάννενα είναι φανταστικά. Αποτελούν το σκηνικό μιας δράσης, που εκτυλίσσεται εκτός τόπου και χρόνου ή σε κάθε τόπο και χρόνο. Όσο για την παιδική ηλικία νομίζω ότι είναι ο πραγματικός γενέθλιος τόπος μας. Από εκεί ερχόμαστε συνεχώς».

Η απώλεια του γενέθλιου τόπου θα τον οδηγήσει σε μιαν εσωτερική εξορία. Πολλά ποιήματα περιγράφουν την απέλπιδα προσπάθεια να εγκλιματιστεί στο περιβάλλον της μεγάλης πόλης. «Μόνο το φίδι ξέρει τι θα πει ν’ αλλάζεις το πετσί σουγι αυτό του περισσεύει το φαρμάκι». Η έννοια της ξενιτιάς είναι αναπόσπαστα δεμένη με τον τόπο. «Εθνική οδός. Από δω έφυγε η μισή πατρίδα για τα ξένα».

Και η μάνα είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο με αντηχήσεις από τη δημοτική ποίηση. Το ποίημα «Τα Χέρια», αφιερωμένο στη μητέρα του, είναι χαρακτηριστικό:

«Κοιτάζει τα χέρια της. Πώς έγιναν έτσι; Πού βρέθηκαν τόσες φλέβες, τόσες ελιές και σημάδια, τόσες ρυτίδες στα χέρια της; Εβδομήντα χρόνια τα κουβαλάει μαζί της και ποτέ δεν γύρισε να τα κοιτάξει. Ούτε τότε που ήταν χλωρά, ούτε που μέστωσαν, ούτε που μαράθηκαν, ώσπου ξεράθηκαν… Και τι δεν τράβηξαν αυτά τα χεράκια…». Όσο για το δημοτικό τραγούδι, ο ίδιος σημειώνει πως στάθηκε η κιβωτός του, η σωτηρία του. «Ένας οικείος λόγος που βρίσκεται μέσα στην αναπνοή του Έλληνα».

Ανιχνεύοντας τους ποιητικούς τρόπους του Μιχάλη Γκανά διαπιστώνει κανείς εύκολα μιαν ανεξιθρησκία. Κατακτά την ποιητική του ιδιοπροσωπία, χρησιμοποιώντας σε μορφικό επίπεδο ελευθερόστιχα ή πεζόμορφα ποιήματα, ρυθμούς και ομοιοκαταληξίες. Ως προς την έκτασή τους, πολύστιχα, σύντομα, ευρύτερες συνθέσεις ή, ακαριαία με τη μορφή του επιγράμματος. Τα τελευταία με λέξεις που μετρούνται στα δάκτυλα, κατορθώνουν να μεταδώσουν μια συγκίνηση ή να ολοκληρώσουν ένα νόημα που μένει στα χείλη.

«Θα ‘χουμε σε παλιό καθρέφτη γνωριστεί
κι έμεινε αυτό το ράγισμα στα μάτια».

Η ποίηση του Μιχάλη Γκανά δεν είναι πεισιθάνατη. Μπορεί να έχει κάτι από τη Σεφερική θλίψη, όμως καταφάσκει τελικά τη ζωή, γιατί σε αυτήν ο έρωτας, φάρμακο και ξόρκι, είναι το αντίδοτο του θανάτου.

«Κι η μοναξιά ένα μάθημα πικρό

κι ο θάνατος μια μαύρη κουβαρίστρα

έλα με την αγάπη έλα με το νερό».

Πώς όμως τον αντιλαμβάνεται; «Ομνύω στην οδό του μαρτυρίου», θα μας πει. Το ρήμα ενδεδυμένο την τελετουργία μας επίσημης πράξης τον απογειώνει σε συνταγματική αξία, σε σύμβολο πίστεως ιερής. Το ίδιο και την αγάπη «Αν είναι να μιλήσει κάποιος, ας πει για την αγάπη».

Ο Μιχάλης Γκανάς έχει ιδιαίτερη συνεισφορά στη νεοελληνική λογοτεχνία. Η ποίησή του είναι ο νόστος στη χαμένη αθωότητα των πρώτων εμπειριών και της αλήθειας των πραγμάτων. Μεταποιεί το σκοτάδι, εξημερώνει το θάνατο με λέξεις πικρές και γλυκές συνάμα, σαν παλιό ηπειρώτικο τραγούδι.

Αυτό το φως δε λιγοστεύει απ΄ του Ομήρου τον καιρό,

Και σαν αρχάγγελος χορεύει πάνω στο κύμα το σγουρό (…)

Όλα μικρά κι αγαπημένα, μέσα στη χούφτα σου χωρούν

Την ομορφιά δοξολογούνε και την ασχήμια συγχωρούν.

Για αυτό επιλέξαμε να αφιερώσουμε το διήμερο 3 και 4 Μάη στον ποιητή Μιχάλη Γκανά. Γιατί στην ποίησή του θα βρούμε τις σταθερές που έχουμε ανάγκη σήμερα, για να πορευτούμε αντλώντας ελπίδα και πίστη από την επιβεβαίωση πως «…Αυτό το φως δε λιγοστεύει»!

Εκ μέρους της ΠΟΚΑΝ, Άννα Μάμου, φιλόλογος.

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ – ΕΛΜΕ Λασιθίου, ΠΑΟΔΑΝ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ.

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos