Μανώλης Επιτροπάκης, από τους τελευταίους, λαϊκούς μουσικούς της παλιάς γενιάς
από παλαιότερο γλέντι

                                                                          1932 – 2020

Πρόσφατα μας άφησε χρόνους ένας από τους τελευταίους, λαϊκούς μουσικούς της παλιάς γενιάς. Ο Μανώλης ο Επιτροπάκης, ο Μανώλης τ΄ Αριστείδη όπως ήτανε γνωστός. Ένας λαϊκός μουσικός, ένας λυράρης, που έβαλε και το δικό του λιθαράκι στη διαμόρφωση της μουσικής ταυτότητας της Κριτσάς. Ο Μανώλης έζησε τις δύο περιόδους που χαρακτήρισαν την ευρύτερη περιοχή, την προ και μετά του τουρισμού. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την πρώτη περίοδο παραδοσιακή και την δεύτερη, την οποία ζούμε και σήμερα, μεταπαραδοσιακή.

Στην πρώτη περίοδο ο λαϊκός μουσικός δεν ήταν επαγγελματίας μουσικός, δεν είχε τη μουσική για κύριο επάγγελμα. Έτσι κι ο Μανώλης Επιτροπάκης ήταν μαραγκός. «Το είχα όμως μεράκι από μικρός να μάθω λύρα», μας λέει σε μια συζήτηση που είχαμε μαζί του και που πρόθυμα μας απαντούσε στις απορίες μας για την μουσική του διαδρομή,  σκιαγραφώντας το μουσικό κλίμα της εποχής.

Έτσι αποκτά ένα λυράκι όταν ήταν περίπου 16 χρονών, ένα λυράκι χαλασμένο που κατάφερε να το επισκευάσει και να αρχίσει με αυτό τα πρώτα του μουσικά βήματα. Όπως όλοι οι παραδοσιακοί μουσικοί μαθαίνει μόνος του, «είμαι αυτοδίδακτος» μας λέει, «μάθαινα με το αυτί, ότι άκουγα προσπαθούσα να το παίξω στο όργανο».

Η προαιώνια μέθοδος εκμάθησης της παραδοσιακής μουσικής, η οποία ήταν μέχρι πρόσφατα προφορική μουσική. Μετά τα πρώτα του βήματα και συγχρόνως με την τέχνη του μαραγκού που μάθαινε, κατασκευάζει μόνος του μια βιολόλυρα που με αυτή κυρίως θα κάνει έντονη την παρουσία του στα μουσικά δρώμενα της Κριτσάς για πολλά χρόνια. Δεν είναι τυχαίο που φτιάχνει βιολόλυρα κι όχι λύρα. Αυτή τη περίοδο στην Κριτσά αρχίζει να κυριαρχεί το βιολί.

«Έφτιαξα βιολόλυρα γιατί μπορούσα να παίξω ότι έπαιζαν τα βιολιά, ενώ με τη λύρα την τρίχορδη δεν θα μπορούσα», μας λέει, «έκανα το κούρδισμα του βιολιού που μου είχε δείξει ο Ταβλάς ο βενζινάς, τη λύρα μου την έδειξε ο πατέρας μου». Τον συνοδεύουν νταούλι, κυρίως μαντολίνο και κιθάρα και τελευταία λαγούτο που πρωτοπαίζει στη Κριτσά ο Μανώλης ο Τζιρής.

Η θέση των μουσικών είναι στο κέντρο του χορού κι όχι στην άκρη όπως είναι σήμερα. Τραγουδούν κυρίως οι χορευτές, που χορεύουν γύρω από τα όργανα, επηρεάζοντας με το χορό τους και το τραγούδι την εξέλιξη του γλεντιού. «Πρέπει να παρακολουθείς το χορευτή να παίζεις όπως του αρέσει, άλλος θέλει σιγανά, άλλος γρήγορα, σου έκανε νόημα με το μάτι…,

Ο καλός ο χορευτής μ΄ έκανε να παίζω καλύτερα, με βοηθούσε».  Οι καντάδες «πολλές, καλά πολλές, την νύχτα, η πιο καλή μουσική είναι τη νύχτα…» μας λέει αναπολώντας ο Μανώλης. Και βεβαίως σχολιάζει τα πολλά αποκριάτικα χοροστάσια σαν κορυφαία μουσική δραστηριότητα και τους πολυήμερους γάμους, «όχι σαν τώρα, Σαββάτο και τελειώσαμε!»

Εκτός από την Κριτσά που παίζει στους περισσότερους γάμους, τον καλούν και σε κάποια γλέντια και γάμους και σε άλλα χωριά, Πρίνα, Λακώνια, Λίμνες, Λατσίδα κ.λ.π. Κορυφαίο Κριτσώτικο γλέντι στα χρόνια του θεωρεί το γλέντι του Αφέντη Χριστού στο Καθαρό.

 Μετά το 1975 αποκτά τα πρώτα του μηχανήματα κι όπως και σε άλλες περιοχές της Κρήτης οι μουσικοί ¨βγαίνουν¨ από τον κύκλο του χορού και ανεβαίνουν στο πάλκο, στο σανίδι. Όλο και λιγότεροι χορευτές τραγουδούν, ανοίγουν ωδεία για παραδοσιακά όργανα, η παραδοσιακή μουσική παύει σιγά – σιγά να μεταδίδεται  προφορικά και οι περισσότεροι λαϊκοί μουσικοί γίνονται επαγγελματίες με ότι σημαίνει αυτό για τον παραδοσιακό χαρακτήρα της μουσικής.

Μεταλλάσσεται πολλές φορές η ιεροτελεστία της μουσικής έκφρασης σε τουριστικό θέαμα. Ο Μανώλης έζησε αυτή την μεταβατική περίοδο κλείνοντας τον μουσικό του κύκλο αφήνοντας τη βιολόλυρα και πιάνοντας τη λύρα. Αυτό που ωστόσο τον διαμόρφωσε μουσικά και χαρακτήρισε το παίξιμό του είναι η πρώτη περίοδος.

Ο Μανώλης δεν ήταν ο λυράρης που έπαιρνε εργολαβικά ένα γλέντι, δεν ¨έκλεινε¨ μια δουλειά. Ήταν μέτοχος και συμμέτοχος σε μια κοινωνία με πολιτισμική ταυτότητα, σε συγκεκριμένο αισθητικό περίγυρο. Στις ελάχιστες καταγραφές που υπάρχουν διαπιστώνει κανείς την ευαισθησία  του στο παίξιμο, τον τρόπο που διακριτά “γυρνάει” τις κοντυλιές και κάποιες προσωπικές δοξαριές που χαρακτηρίζουν τη μουσική του προσωπικότητα. Πολύ περισσότερα βέβαια έχουν να πουν αυτοί που τον έζησαν, χόρεψαν, τραγούδησαν και γλέντησαν με τη λύρα του.

Η ηλεκτρονική τεχνολογία και όχι μόνο, έχει επιφέρει σήμερα τεράστιες αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων, μια ομογενοποίηση που φαίνεται και στη μουσική. Έχει επίσης διαταράξει και τη σχέση μας με το παρελθόν. Η λήθη κυριαρχεί… Αν θέλουμε ένα σταθερό έδαφος να πατήσουμε οφείλουμε να μνημονεύουμε ανθρώπους που συνετέλεσαν στη συγκρότηση της πολιτισμικής μας ταυτότητας. Και να αφομοιώνουμε δημιουργικά την προσφορά τους ώστε να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τους όρους ύπαρξής μας στους σημερινούς δύσκολους καιρούς. Ένας απ΄ αυτούς ήταν και ο Μανώλης ο Επιτροπάκης ο Μανώλης τ΄ Αριστείδη.

Γιώργης Λαγκαδινός

Υ.Γ Πρόταση:

Καλό θα ήταν ο Πολιτιστικός Σύλλογος της Κριτσάς να συγκεντρώσει και να εκδώσει όσες παλιές καταγραφές υπάρχουν στο χωριό ώστε να υπάρχει ένα υλικό αναφοράς για τους νέους λαϊκούς μουσικούς και παράλληλα να τιμήσει όλους αυτούς που διαμόρφωσαν την μουσική ταυτότητα της περιοχής. Ανάλογες ενέργειες έγιναν και γίνονται με επιτυχία από άλλους πολιτιστικούς συλλόγους στην Κρήτη.

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos