Σφάκα, οροπέδιο Μονοκαράς, Κοινοπόταμος
Όλη η παρέα……..

Σε μια αγαπημένη μου διαδρομή, που την έπλεξα βήμα-βήμα στους μοναχικούς περιπάτους της καραντίνας μου,  είχα την τιμή να οδηγήσω τον Ορειβατικό Σύλλογο Αγίου Νικολάου την Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2023, ημέρα εξαιρετικά ζεστή για την εποχή με αφρικάνικη σκόνη και άπνοια. Κι ούτε που περίμενα ότι θα μαζευτούμε καμιά 20ριά άτομα, όπως κι έγινε τελικά. Και καμιά φορά έχουν και τα καλά τους αυτές οι δυσκολίες, γιατί μαζεύονται οι λίγοι και …πωρωμένοι κι η ομάδα πετά!!!

ΑΝΗΦΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΣΦΑΚΑ

Κάπως έτσι ξεκινάμε απ’ το χωριό μου, τη Σφάκα, δίπλα απ’ τη στάση του λεωφορείου, που έχει μετατραπεί σε δανειστική βιβλιοθήκη. Περνάμε κάτω απ’ την εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, πολιούχου του χωριού! Κατόπιν ακολουθούμε ανηφορικά στενά, που μας οδηγούνε στο έρημο, όμορφα αναπαλαιωμένο, μικρό ξενοδοχείο «Κρήσσα Γειτονιά».

Η πραγματική πορεία τώρα ξεκινάει: ακολουθώντας μονοπάτια άλλα καλοδιατηρημένα και πλακόστρωτα, άλλα χορταριασμένα κι άλλα απλά περάσματα θα πραγματοποιήσουμε την ανηφορική πορεία των τριών περίπου ωρών, που έχουμε μπροστά μας! «Η πρώτη μας στάση θα είναι το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία που βλέπουμε ίσια πάνω απ’ τα κεφάλια μας», τους λέω, «στο ενδιάμεσο μικρές στάσεις μόνο για λίγο νερό και να θαυμάσουμε τη θέα». Αυτή η θέα είναι η επιβράβευση για την κοπιαστική ανηφόρα. Κάθε μέτρο, που ανεβαίνεις, τόσο ανοίγεται κι ο ορίζοντας: πρώτα ξεδιπλώνεται η Σφάκα σαν πουλί στους δυο οικισμούς της, Πάνω και Κάτω Χωριό, έπειτα ξεπετάγονται η Τουρλωτή και η Μυρσίνη στ’ ανατολικά, στα βόρεια το νησάκι του Μόχλους, τα γυψωρυχεία και η Ψείρα, που πολεμά να κρυφτεί  πίσω τους, και στο βάθος δυτικά όλος ο κόλπος του Μεραμπέλλου. Λίγο πριν την άφιξη στο εκκλησάκι απλωνόμαστε για μια ομαδική φωτογραφία στο όμορφο καλντερίμι με τις γαλάζιες ακτές στον ορίζοντα για κάδρο.

Στη συνέχεια περνάμε από παλιούς εγκαταλελειμμένους οικισμούς την Καρά, τα Κελλιά, τα Ρούσα Χωράφια. «Τι στο καλό τα φτιάχνανε τα σπίτια τόσο ψηλά;» έχω ακούσει πολλές φορές. «Κυνηγούσαν το νερό», σκέφτομαι και θυμάμαι τα καλοκαίρια σ’ αυτό το βουνό με τον παππού μου. Τότε που φόρτωναν στο γαϊδούρι κρασί, λάδι και παξιμάδια, κι έπαιρναν τη φαμελιά, την κατσίκα και τον σκύλο για την ‘Κεφάλα’. Έβαζαν κηπούλι που πότιζαν απ’ τα πηγάδια κι απ’ τις στέρνες, όσο καιρό κρατούσε ο θερισμός, το λίχνισμα και οι άλλες θερινές ασχολίες. Τότε τα βουνά ήταν γεμάτα ζωή το καλοκαίρι. Σήμερα αρκετά σπίτια έχουν ψιλο-ανακαινισθεί και χρησιμοποιούνται σαν μαγατζέδες για τις ανδροπαρέες μετά απ’ το κυνήγι ή τη δουλειά στ’ αμπέλια.

Σφάκα, οροπέδιο Μονοκαράς, Κοινοπόταμος
Φθινόπωρο στη Μονοκαρά

ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΜΟΝΟΚΑΡΑΣ

Φτάνουμε κάποτε στον μοναχικό πρίνο με το πολυφωτογραφημένο παγκάκι του Χρόνη. Το ‘φτιαξε ο άνθρωπος να πίνει τον καφέ του με το τσιγάρο και να ρεμβάζει. Κι έγινε hotspot των απανταχού ορειβατών! Εδώ, με το φαράγγι του Τσιγκούνη να χάσκει σχεδόν δίπλα μας, είναι το καλύτερο σημείο να δεις τα βουνά της περιοχής: στα δυτικά μας οροσειρά και ρήγμα (‘στεφανιές’) της Λάστρου (1.000), από πάνω μας τα δυτικά Σητειακά όρη (Ορνό) με τη σειρά: το Σπαθί (1.177), η Μεσοκεφάλα, η Ασκορδαλιά (1.238), ο Μακρύς Λάκκος, η Πισκοπιανή και πιο πέρα λίγο …ξεπαρεού η Μεγάλη Μούρη (1.179). Η αγαπημένη μας Στεφανία Παπαδάκη, μας βάζει να τα πούμε ένα-ένα και μας λέει και τα ύψη τους. Ανατολικά το φαράγγι του Κουδουμή και πίσω απ’ τις χαμηλές κορφές, αχνοφαίνεται η Μονοκαρά.

Προς τα εκεί συνεχίζουμε την πορεία μας χαζεύοντας τα γιγάντια πηγάδια με τις εσωτερικές περιστρεφόμενες κλίμακες, τις ‘λίμνες’, πέτρινα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς. Μηλιές κι αχλαδιές, φορτωμένες απ’ τα ζουμερά φρούτα τους – δύσκολα αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να μην απλώσουμε το χέρι! Οι κραυγές ενός νεογέννητου αρνιού –ακόμα έχει τον ομφάλιο λώρο- χτυπάνε αλάρμ! Το ψάχνουμε, το βρίσκουμε, το μαζεύουμε προσεκτικά και το οδηγούμε στον βοσκό, τον Μανώλη τον Μαυρόματο, ζωντανό θρύλο της περιοχής, που έχει τη στάνη του λίγο πιο ψηλά. Οι αγροικίες όλο και πυκνώνουνε και φτάνουμε στο περιφραγμένο προαύλιο του ναΐσκου του Τιμίου Σταυρού. Εδώ στο μπεντένι του, κάτω απ’ τη δροσιά των πεύκων θα στήσουμε τον μπουφέ με τα καλούδια μας. Εδώ θα ενημερώσω και τους συνοδοιπόρους μου για τα …προβλήματα της επόμενης μέρας: επειδή ο τόπος μου είναι γνωστός για τα μεγάλα σπυριά -εδώ τα λέμε κατ’ ευφημισμόν «καλομαμουνιές»-, που πετάγονται στο δέρμα μετά από το περπάτημα στην καλοκαιρινή εξοχή! «Λίγη ψυχραιμία, παιδιά, μετά από 2-3 μέρες …λυσσαλέου ξυσίματος, όλα περνάνε». Χασκογελάνε. Δεν ξέρουν τι τους περιμένει…

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΠΟΤΑΜΟ

Και ξεκινάμε πάλι. Διασχίζουμε όλο το μικρό οροπέδιο, ώσπου φτάνουμε στον πόρο, απ’ όπου θα τραβερσάρουμε στις δασωμένες πλαγιές του Ορνού και ακολουθώντας ίχνη παλιού μονοπατιού μέσα από το πρινόδασος, θα κατέβουμε στην κοίτη του Κοινοπόταμου. Τοπίο εξαιρετικής ομορφιάς με τα πρίνα να συνδυάζονται με τις πέτρινες σάρες, τα μεγάλα πέτρινα ασβεστοκάμινα, τις κάθετες ορθοπλαγιές κοντά στην έξοδο του φαραγγιού, το παλιό νταμάρι-φάντασμα που θυμίζει τοπίο του Αγγελόπουλου. Κάπως έτσι φτάνουμε στ’ αυτοκίνητά μας μετά από μια πορεία 14 χιλιομέτρων, με υψομετρική διαφορά 550 μέτρων περίπου, σε 6 ώρες με τις στάσεις και σε μια απίστευτη εναλλαγή πολλών διαφορετικών τοπίων.  Ευχαριστώ πολύ την ομάδα για την συντροφικότητα και το κέφι της. Περπατήσαμε όλοι οργανωμένα χωρίς αποκλίσεις και φτάσαμε στην ώρα μας κερδίζοντας έτσι χρόνο να ‘σβήσουμε’ την κάψα μας με μια βουτιά, άλλοι στη θάλασσα άλλοι σ’ ένα ποτήρι μπύρα, στο γειτονικό γραφικό παραθαλάσσιο Μόχλος, όπου η θάλασσα είχε πήξει για τα καλά!   

(κείμενο: Μαρία Μετζογιαννάκη)

Περισσότερες πληροφορίες, φωτογραφίες, βίντεο, χάρτη διαδρομής στο blog του Συλλόγου: https://orsian.blogspot.com/2023/10/22-2023.html

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos