Εκκλησιαστικά Σύμβολα, τα κάλαντα του Λαζάρου
η ανάσταση του Λαζάρου

Του Πρωτ. Ευαγγέλου Παχυγιαννάκη

Η εβδομάδα πριν από το Πάσχα λέγεται «Βαγιονή εβδομάδα», επειδή οδηγεί στην Κυριακή των Βαΐων  ἤ όπως τη λέει ο λαός, «κουφή εβδομάδα», επειδή η εβδομάδα αυτή στερείται μεγάλων Ακολουθιών όπως οι υπόλοιπες εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής με τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, του Μεγάλου Κανόνος και του Ακαθίστου Ύμνου. Η εορτή που παρεμβάλλεται και ενώνει την εβδομάδα αυτή με τη Μεγάλη Εβδομάδα είναι η εορτή του αγίου και δικαίου Λαζάρου.

Η Εκκλησία μας εορτάζει την ανάσταση του Λαζάρου ως γεγονός μεγάλης σημασίας, επειδή αποτελεί τον προάγγελο της «κοινής Αναστάσεως», όπως ψάλλομε στο τροπάριο της ημέρας: «Τὴν κοινήν ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστέ ὁ Θεός».  Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Λάζαρος τοποθετείται   στο κατώφλι της Μεγάλης Εβδομάδας αναστημένος, ως προάγγελος της νίκης του Χριστού επί του θανάτου. Γι’ αυτό και ο λαός μας έχει συνθέσει τα Κάλαντα του Λαζάρου, ένα χαρούμενο στιχούργημα που αναφέρεται στην ανάσταση του Λαζάρου και εξιστορεί συγχρόνως και την κατάσταση που συνάντησε ο Λάζαρος στον Άδη, χωρίς να μας δίδει συγκεκριμένες πληροφορίες, αλλά να μας περιγράφει γενικά πως «είδε φόβους, είδε τρόμους, είδε βάσανα και πόνους»!

Το βασικό όμως στοιχείο δεν είναι το τὶ είδε ο Λάζαρος στον Άδη, αλλά το γεγονός της νίκης του Χριστού έναντι του Θανάτου, γι’ αυτό και το λαϊκό ασμάτιον των Καλάντων  βάνει στα χέρια των αοιδών να κρατούνε τον σταυρό με τα κλαδιά των Βαΐων, ως «τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες» και τραγουδώντας προς τον Χριστό: «σοὶ τῷ νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν∙ ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».    Έτσι,  το τραγούδι του Λαζάρου προετοιμάζει τους πιστούς για το Πάθος του Χριστού και την Κάθοδό Του στον Άδη, αλλά και την εκ νεκρών θριαμβευτική Ανάστασή Του. Η εικόνα της Αναστάσεως στην ορθόδοξη αγιογραφία είναι πλουτισμένη με εξόχους συμβολισμούς.

Το μαύρο φόντο, μέσα στο οποίο διαδραματίζεται το γεγονός της Ανάστασης συμβολίζει τον θάνατο, τον κάτω κόσμο των νεκρών, μέσα στον οποίο κείτεται αλυσοδεμένος, προσωποποιημένος, ο Άδης. Γύρω του είναι τα καρφιά, οι κλειδαριές κι οι αμπάρες με τις οποίες είχε κλειδαμπαρώσει τις πόρτες του κι απάνω σ’ αυτές τις πόρτες σε σχήμα σταυρού πατάει ο Κύριος της δόξης. Δεν είναι μόνος Του, αλλά με το ένα χέρι τραβάει από τον Άδη τον προπάτορα Αδάμ και με το άλλο την προμήτορα Εύα, για να συμβολίσει στο πρόσωπο των δύο αυτών Πρωτοπλάστων την ανάσταση ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους – ότι  «τὸν Ἀδάμ σὺν τῇ Εὔᾳ λυτροῦται παγγενῆ». Σε άλλη πάλι εικόνα ο Χριστός με το ένα χέρι τραβάει το ζεύγος των Πρωτοπλάστων και με το άλλο  κρατάει το σύμβολο της νίκης, τον Σταυρόν: «ὅτι διὰ τοῦ σταυροῦ τὸν θάνατον κατήργησεν».

Η παράδοση λέει όι ο Λάζαρος μετά την ανάστασή του δεν γέλασε παρά μια μόνο φορά, όταν είδε έναν να κλέβει μια γλάστρα και είπε: για δες, το ένα χώμα κλέβει τα’ ἀλλο χώμα! 

Στην Κρήτη, θυμάμαι στο χωριό μου, ότι τα κάλαντα συνοδεύονταν πάντα από ένα ξύλινο ή καλαμένιο σταυρό που είχε στολιστεί με λουλούδια από τις γλάστρες των σπιτιών μας κι αγριολούλουδα, κυρίως μαχαιρίδες. Ένα παιδί κρατούσε τον σταυρό και τα υπόλοιπα τραγουδούσαν τα κάλαντα, ενώ σ’ ένα καλάθι συνήθιζαν να μαζεύουν αυγά ή κρατούσαν ένα δοχείο για να τους δίδουν λίγο λάδι. Σήμερα βέβαια οι άνθρωποι δίνουν στα παιδιά χρήματα ή άλλα τινά για το καλό.

Τα συνηθισμένα Κάλαντα, που λέγαμε, απ’ ό,τι θυμάμαι ήταν:

«Σήμερον έρχετ’ ο Χριστός, ο επουράνιος Θεός.

Εν πόλει Βηθανία με κλάδους και με βαΐα.

Εβγάτε σας παρακαλούμε, δια να σας διηγηθούμε,

Για να μάθετε τὶ  ’γίνει σήμερα στην Παλαιστίνη.

Εις την πόλη Βηθανία Μάρθα κλαίει και Μαρία

Λάζαρο τον αδερφό τους τον γλυκύ και γκαρδιακό τους∙

Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν και τον εμοιρολογούσαν

Την ημέρα την Τετάρτη κίνησ’ ο Χριστός για να ‘ρθει

Και εβγήκε κι η Μαρία έξω από τη Βηθανία

Και εμπρός Του γόνυ κλίνει και τους πόδας Του φιλεί.

−Αν εδώ ήσουν, Χριστέ μου, δεν θα πέθαιν’ αδερφός μου

Μα και τώρα εγώ πιστεύω και καλότατα ηξεύρω

Οτι δύνασαι αν θελήσεις και νεκρούς να ανασταίνεις.

Λέγει:− πίστευε Μαρία άγομεν εις τα μνημεία.

Τότε ο Χριστός δακρύζει και τον Αδη φοβερίζει

Άδη τάρταρε και χάρο, Λάζαρο θε να σου πάρω

−«Δεύρο έξω, Λάζαρέ μου, φίλε και αγαπητέ μου»

Παρευθύς από τον Άδη ως εξαίσιο σημάδι

Λάζαρος απενεκρώθη, ανεστήθη και σηκώθη.

Ζωντανός σαβανωμένος και με το κερί ζωσμένος.

−Πες μας Λάζαρε τι είδες εις τον Αδη όπου πήγες;

−Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους

Δώστε μου νερό λιγάκι να ξεπλύνω το φαρμάκι

Της καρδίας των χειλέων και μη με ρωτάτε πλέον».

−Του χρόνου πάλι να ’ρθομε

Μ’ υγεία να σας βρούμε

στον οίκο σας χαρούμενοι

τον Λάζαρο να πούμε. Και καλή Λαμπρή! 

Ανιστορούμεθα εκείνα τα παλιά παιδικά χρόνια, που τα ζούσαμε όμορφα με τις παραδόσεις των χωριών μας, τη χαρά της συντροφικότητος με τους συνομηλίκους μας και τη χαρά των δικών μας, που περίμεναν με χαρά τα φτωχικά φιλοδωρήματα των χωριανών και, προπαντός, ορισμένοι, αν φέρναμε το μουζουράκι γεμάτο λάδι!  Έτσι περνούσε η μέρα του Λαζάρου, προσμένοντας την αυριανή μεγάλη εορτή των  Βαΐων με την ψαροφαγία ή τον τηγανητό μπακαλιάρο.

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos