Μανόλης Αναγνωστάκης Του Ν.Ι. Βλάχου.
Έφυγε ο Μανόλης Αναγνωστάκης για άλλες Πολιτείες& Μετά από μια γόνιμη ποιητική περίοδο και μια παρατεταμένη σιωπή, δοκιμάζοντας την ψυχή του στη βάσανο και στο πεδίο των ιδεολογικών και ανθρώπινων αξιώ, μας άφησε δημόσια κληρονομιά μια ανεπιτήδευτη και λιτή εκφορά, σπάνιου γραπτού λόγου, που προσεγγίζοντάς τον, ξανά, και με την απόσταση που δημιουργεί η σωματική απουσία, διαπιστώνεις πως μένει αναλλοίωτος και ανεκτίμητα διαχρονικός.

Δεν είμαι ειδικός να μιλήσω. Ασήμαντο μέγεθος για να αποτιμήσω την αισθητική ομορφιά και την ποιητική του αξία. Η ποίηση, άλλωστε, είναι ένα πηγάδι που κάθε φορά ανασύρεις «το νερό» που αναλογεί, στις δικές σου δυνάμεις, στα δικά σου μέσα&
Ψυχανεμίζομαι, όμως, ότι αυτό που ανιχνεύσαμε στις ερημιές της πολιτικής μας εφηβείας και στις περιπλανήσεις μέσα στους στίχους του, μας σημάδεψε και μας έκανε πιο ανθρώπινους, πιο ευαίσθητους και ίσως πιο ευάλωτους στην σκληρότητα και την κυνικότητα της εποχής.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης έγραψε για όλα αυτά που σμάδεψαν την κοινωνία και την μεταπολεμική Ελλάδα. Είχε τη δική του ένταση, τη δική του αγωνία. Τον διέκρινε η Ηθική, η μοναξιά, η αξιοπρέπεια και η συνέπεια της ιδεολογικής του αναφοράς. Και μετά από όλα αυτά τα ποιητικά μηνύματα που εξέπεμψε, μυστικά, απόκρυφα αλλά και αναγνώσιμα, παρέμεινε σιωπηλός.

Γιατί αναρωτιόμαστε όλοι εμείς.
Γιατί; – Τα έχει πει όλα;
– Δεν είχε σε ποιον να τα πει;
– Ήταν αλλού, μακριά από τον «παράδεισο» του «εδώ» και του «εγώ»;
– Ήταν κι αυτός ένας «πικραμένος αναχωρητής»*;

Η σιωή του, στο τέλος, ήταν, όμως, εκκωφαντική. Που ό,τι κι αν συμβόλιζε, σε ό,τι κι αν αντιστοιχούσε, ήταν, πιστεύω, μια ρεαλιστική αναγωγή της πορείας που συνεχιζόταν αλλιώς, ήταν, πλέον, ένα φορτίο σιωπηλών συμβάντων που η ανάγνωσή τους προϋποθέτει σπάνιους και διαφορετικούς ψυχοσυναισθηματικούς/λογικούς κώδικες&
Και τώρα, εμείς, όλοι εμείς, περιμένουμε την απόκριση, από το βάθος της συνείδησης, που, ενδεχομένως, προκαλούν οι στίχοι του:

Το τι δεν πρόδωσες εσύ να μου πεις
Εύ κι οι όμοιοί σου, χρόνια και χρόνια,
Ένα προς ένα τα υπάρχοντά σας ξεπουλώντας
Στις διεθνείς αγορές και τα λαϊκά παζάρια
Και μείνατε χωρίς μάτια γι να βλέπετε, χωρίς αυτιά
Ν’ ακούτε, με σφραγισμένα στόματα και δε μιλάτε.
Για ποια ανθρώπινα ιερά μάς εγκαλείτε;
Ξέρω: κηρύγματα και ρητορείες πάλι, θ πεις.
Έ ναι λοιπόν! Kηρύγματα και ρητορείες.

Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις
Να μην τις παίρνει ο άνεμος.* *

Αθήνα, 14.07.2005

* Πικραμένος Αναχωρητής, Νικηφόρος Βρεττάκος
** (από το «Όμως γιατί ξαναγυρίζουμε κάθε φορά χωρίς σκοπό στον ίδιο τόπο», Ερμής 2000)

Print Friendly, PDF & Email

Από manos