ΑνεμογεννήτριεςΜπορεί το ενδιαφέρον για τις τοπικές εκλογές να βρίσκεται στο φόρτε του αυτή την περίοδο. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι πρέπει να πάψουμε να παρακολουθούμε τι συμβαίνει γύρω μας.
Και αναφέρομαι σε μια πολυσυζητημένη υπόθεση για την Κρήτη. Το Ενεργειακό. Για το οποίο, παρά την σοβαρότητα του προβλήματος και την, επί τόσα χρόνια, συζήτηση με καλές προθέσεις, παρά τα συνέδρια, τους καβγάδες, τις αποφάσεις του περιφερειακού συμβουλίου και τις εξαγγελίες των εκάστοτε αρμοδων υπουργών, δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σχέδιο για την Περιφέρεια της Κρήτης και οι αποσπασματικές παρεμβάσεις αποκοιμίζουν, απλά, το πρόβλημα.

Οι συνέπειες είναι γνωστές. Την πληρώνει η ανταγωνιστικότητα των κρητικών επιχειρήσεων και το ενδιαφρον εκείνων που θα ήθελαν να επενδύσουν στο νησί και αποθαρρύνονται και για αυτό τον λόγο, μεταξύ άλλων.
Η Κρήτη πληρώνει, δεν γνωρίζω για πιο λόγο, το κόστος των αποφάσεων εκείνων των αρμοδίων που έχουν επιλέξει να αποκλείσουν την Περιφέρεια από τις θετικές εξελίξεις στον ενεργειακό τομέα και να την κρατήσουν δέσμια ενός ξεπερασμένου συστήματος παραγωγής με την χρήση του μαζούτ ενός καύσιμου που κρίθηκε ακατάλληλο για την υπόλοιπη Ελλάδα. Οι άλλες περιφέρειες της χώρας, όμως, έχουν εξασφαλίσει με την χρήση του φυσικού αερίου, φθηνότερο καύσιο, φιλικότερο στο περιβάλλον και επιχειρήσεις με αυξημένη ανταγωνιστικότητα.
Και σα να μην έφθαναν όλα αυτά, κατά, εντελώς, απαράδεκτο τρόπο, η παράδοση του αποκλεισμού της Κρήτης από κάθε θετική εξέλιξη στην ενέργεια, συνεχίζεται.

Και αναφέρομαι στο νομοσχέδιο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που ο αρμόδιος υπουργός ανάπτυξης κατέθεσε, σε αντικατάσταση εκείνου που αποσύρθηκε και είχε κατατεθεί από τον απομακρυνθέντα υφυπουργό κ. Σαλαγκούδη, το οποίο ήταν πραγματικά πολύ πιο σύγχρονο σε σχέση με το κατατεθέν.
Η κυβέρνηση υποχώρησε, φαίνεται, στις πιέσεις των εταιρειών πετρελαίου και το περιόρισε αρκετά.
Η επισήμανση δεν κρύβει την παραμικρή αντιπολιτευτική αιχμή. Εξ άλλου, το πρόβλημα αυτό είναι διαχρονικό.

Η Κρήτη, λοιπόν, είναι πάλι από την μεριά των χαμένων, αφού το τιμολόγιο ώλησης της ενεργειακής παραγωγής στην ΔΕΣΜΥΕ , από τους ιδιώτες παραγωγούς –επενδυτές, προβλέπεται παραδείγματος χάρη, για τα συστήματα παραγωγής από ηλιακή ενέργεια , όπως ορίζεται με βάση το νομοσχέδιο, σε τιμή κάτω από 0,40¤ ανά kw, αντί της αρχικής πρόβλεψης για 0,56 ¤ , ενώ στς άλλες, εκτός Κρήτης περιοχές προβλέπονται στο νομοσχέδιο ψηλότερες τιμές.
Αν λάβει κανείς υπόψη ότι για μονάδα φωτοβολταϊκών συστημάτων εγκατεστημένης ισχύος 100kw η δαπάνη ανέρχεται στο ποσόν των 850.000 ¤, με την τιμή πρόβλεψης για την Κρήτη η επένδυση καθίσταται ασύμφορη.
Για μια ακόμη φορά, δηλαδή, η περιφέρεια της Κρήτης αποκλείεται από την δυνατότητα προσέλκυσης δυναμικών επενδύσεων, οι οποίες, ταυτόχρονα, θα έδιναν την αίσθηση ανακούφισης από την περιβαλλοντική ρύπανση.

Είναι, δυνατόν, το συγκριτικό πλεονέκτημα της Κρήτης, ναντι άλλων περιοχών, λόγω υψηλής ηλιοφάνειας, να το μετατρέπουν κάποιοι σε αρνητική προϋπόθεση για ενεργειακές επενδύσεις;
Ιδιαίτερα μετά τον αποκλεισμό της Κρήτης από την εισαγωγή φυσικού αερίου; Θα μπορούσαν οι βουλευτές της Κρήτης, τα επιμελητήρια κλπ., να συμφωνσουν σε μια κοινή ενέργεια-παρέμβαση, στον αρμόδιο υπουργό, πριν από την ψήφιση του νομοσχεδίου;

Ή για μια ακόμα φορά η Κρήτη θα μείνει εκτός νυμφώνος;

Για να δούμε, αν θα πάρει κάποιος την πρωτοβουλία.

Γιάννης Παπατσάκωνας.
Πρ. Νομάρχης Λασιθίου.

Print Friendly, PDF & Email

Από manos