Κωστής Ε. ΜαυρικάκηςΤαξίδι στη Μεσαιωνική Ελούντα, μέσα από ένα νυχτερινό εφιάλτη
Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

ΛΕΝΕ, ότι τα όνειρα διαρκούν συνήθως μερικά δευτερόλεπτα, άντε κάμποσα λεπτά. Καμιά φορά όμως, εξελίσσονται σε ολονύκτιες κινηματογραφικές παραγωγές του μυαλού, που μπορεί να πλέξουν μια ιστορία σαν κι αυτές του Ιουλίου Βερν: Δηλαδή απίστευτη στον καιρό της. Ήταν και για μένα, μια απΆ αυτές, εκείνη που εξελίχτηκε σε εφιάλτη το περασμένο Σάββατο προς την Κυριακή 22 Οκτώβρη. Γιατί ήταν πραγματικά απίστευτη.

Ο ατέλειωτος εφιάλτης που βασάνιζε όλη τη νύχτα τον ύπνο μου, ξεκίνησε μΆ ένα ρητορικό ερώτημα: Ένα πρόβλημα που απασχολούσε από το παρελθόν τους φιλοσόφους και τους επιστήμονες:
Ήταν, λέει, δυνατό να αιχμαλωτίζουμε το χρόνο και να γυρίζουμε πίσω στο παρελθόν; Μάταια μου έλεγε το όνειρο: Το πόβλημα της μηχανής του χρόνου, όπως και ο τετραγωνισμός του κύκλου για τους αρχαίους Έλληνες, σε πείσμα της φυσικής τάξης, δε θα λυθούν ποτέ. «Όχι, κάνεις λάθος», μου έλεγε ο άγνωστος συνομιλητής μου, ίσως το πνεύμα κάποιου μακρινού μου προγόνου: «Η μηχανή του χρόνου υπάρχει και θα είναι αύριο Κυριακή ολοκαίνουργια στο σχολείο της Ελούντας, εκεί όπου έμαθες τα πρώτα σου γράμματα για να σε γυρίσει πίσω. Πολύ πίσω! Πάρα πολύ! Στο Μεσαίωνα! Θα δεις μου λέει πώς γίνονταν τότε οι εκλογές»
Κρύος ιδρώτας άρχισε να με λούζει γιΆ αυτή την προειδοποίηση του άγνωστου μακρινού μου προγόνου. Το ταξίδι στο παρελθόν είχα μάθει να το κάνω μόνο μέσα από τα βιβλία μου, κάτω από μια εικονική και ελκυστική συνάμα πραγματικότητα που σε ταξιδεύει στη μαγεία του χτς. Η φωνή του προγόνου ήταν απόλυτη και προστακτική, καθώς επαναλάμβανε: «Μια απρόσμενη και αόρατη μηχανή του χρόνου θα στηθεί σε όλη τη διάρκεια της μέρας στο δημοτικό σχολείο και θα σε ταξιδέψει πολύ πίσω στην Ιστορία: Στο βαθύ σκότος του Μεσαίωνα. Στο έρεβος του μακρινού παρελθόντος, τότε που ρίχνονταν στην πυρά και στο λιντσάρισμα των λεόντων του Ιππόδρομου και της Ρωμαϊκής αρένας κάθε αντίθετη άποψη, κάθε διαφορετική φωνή, κάθε αλλότρια βούληση. Αλλιώς να τα διαβάζεις και αλλιώς να τα ζείς! Αύριο θα τα ζήσεις!»
«Μα πώς είναι δυνατόν;» του αντέτεινα. «…Έχει γίνει η Γαλλική Επανάσταση! Εξάλλου ο Ανθρωπισμός διαδέχτηκε το βαθύ σκότος του Μεσαίωνα! Είναι μήπως ένας μύθος; Μήπως δεν έγιναν αγώνες για την ελευθερία της συνείδησης και τη Δημορατία; Μήπως και οι δύο τους, δεν προστατεύονται από τα διεθνή κείμενα για τα ατομικά και τα πολιτικά δικαιώματα του Ανθρώπου; Μήπως το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας που καθορίζει στο άρθρο 51, στην τελευταία παράγραφο ότι η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος είναι υποχρεωτικ, είναι μία φάρσα;» κατέληξα ως ύστατο επιχείρημα. «Όχι βέβαια. Δεν ισχύει τίποτα απΆ αυτά! Όλα τους είναι ψιλά γράμματα!» μου αντέτεινε. «Οι σκηνές που θα δεις θα Άρθουν από το βαθύ μεσαιωνικό αρελθόν: Ο αλαλάζον όχλος, που θα ΅χει περάσει πλέον στην ψυχολογία της αγέλης των γηπέδων, θα λοιδορεί, θα προπηλακίζει, θα βρίζει, θα χλευάζει, θα απειλεί και θα χειροδικεί με κάθε ελεύθερο πολίτη που θα προσέρχεται για να ασκήσει το αυτονόητο και υποχρεωτικό εκλογικό του δικαίωμα.Το σκηνικό θα θυμίζει γυρίσματα κινηματογραφικής ταινίας που θα αναφέρεται στο πιο μακρινό και βάρβαρο παρελθόν της Ανθρωπότητας, στις πιο σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας».
Κρύος ιδρώτας με είχε λούσει ολόκληρο και οι σφυγμοί είχαν φτάσει την αγωνία στο ζενίθ. Ομολογώ πως άρχισα να φοβάμαι: Το όνειρο με είχε εισαγάγει σε μια ολονύκτια κινηματογραφική παραγωγή του μυαλού, μέσα σΆ ένα αλλόκοτο κόσμο ζωσμένο από φόβο…
«Θα δεις», μου λέει ο μακρινός πρόγονος, «σημεία και τέρατα. Ένα κόμμα που θα βαφτιστεί η «σφαγή των κοινο(κ)τήτων» και που θα θέλει να κηρύξει την ανεξαρτησία του χωριού σου, που θα καθοδηγείται από μια θλιβερή μειοψηφία πέντε ανθρώπων, θα το παρασύρει στο διχασμό και τη διχόνοια. Όλα αυτά «επαναστατκώ δικαίω» θα εξωθήσουν σε ακραίο γηπεδικό φανατισμό και χουλιγκανισμό κάμποσες δεκάδες αφελών συμπολιτών σου, που θα αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή της «περιφερόμενης συνοχής» τους, που αποφάσισαν δια βοής, όπως στο ρωμαϊκό ιππόδρομο, κάμποσες ημέρες πριν».«Μα καλά τι είναι όλα αυτά που μου λες», του λέω μέσα στον ύπνο μου περνώντας ξώφαλτσα από το όνειρο η ρήση του Ελύτη «εξόριστε ποιητή στον αιώνα σου λέγε τι βλέπεις;»
«Αυτά που σου λέω βάλτα καλά στο μυαλό σου. Υπάρχει σχέδιο από τν επικεφαλής των μπολσεβίκων που τον ακολουθούν δεκάδες αφελείς προλετάριοι. Δεν τον ενδιαφέρει ο Δήμος Ελούντας. Επειδή δεν του βγαίνουν αυτά που διάβασε στο «Κράτος και Επανάσταση» του Μαρξ, δεν ξέρει ποιος του φταίει και θέλει να κάνει συνέχεια επαναστατική γυμναστική. Εξάλλου αυτός δεν είναι που μπήκε και στο ψηφοδέλτιο του τσάρεβιτς Νικολαρώφ;»
«Ναι, ναι του λέω, επικροτώντας με θαυμασμό. Αυτός είναι!!!»
«Τα είδες;» μου λέει; Το πρωί με τους μπολσεβίκους, το βράδυ με τον Τσάρο. ΓΆ αυτό τα μάτια σου δεκατέσσερα! ¶λλωστε δεν είδες και δεν άκουσες τις ντουντούκες που κρέμονταν στο καμπαναριό της εκκλησιάς της Ελούντας και που τραγουδούσαν άσματα όπως: «για τους πουλημένους βόλι δε χαλάμε, με πέτρες και κοτρόνια τους πετροβολάμε» και «πουλημένοι, πουλημένοι άλλη ώρα δε σας μένει. Τι να σας προσμένει;» και καλούσαν τις επίλεκτες ομάδες της νεολαίας των μπολσεβίκων να περιφρουρήσουν την Κυριακή την αποχή από τις κάλπες;»
«Τώρα που μου τα λες τα βλέπω» απάντησα στο μακρινό πρόγονο, μέσα σ ένα λουτρό κρύου ιδρώτα και ρίγους από τΆ απίστευτα που μου έλεγε.
«¶κου ακόμη κι αυτά: Δεν τέλειωσα. Πρωί-πρωί θα έχει στηθεί το σκηνικό μέσα στην αυλή του σχολείου, μόλις λίγα μέτρα από τις κάλπες.Το παλιό φορτηγό (που αγόρασε από την αμερικάνικη βάση τω ιμπεριαλιστών που του κάθονται στο λαιμό) διακοσμημένο με τις κατάλληλες λινάτσες – γκράφιτι και τις ντουντούκες με τα επαναστατικά άσματα και σύμβολα θα λάβει καίρια και περίοπτη θέση για να κόβει τον τσαμπουκά αυτών που θέλουν να ψηφίσουν. Οι πραιτοριανοί και κλακαδόροι τν μπολσεβίκων, θα έχουν λάβει θέσεις στις πλαστικές άσπρες καρέκλες με τα δεκάδες βλέμματά τους στραμένα προς την είσοδο του σχολείου για να χλευάσουν και να λοιδορήσουν τον κάθε προσερχόμενο ψηφοφόρο. Πιο πέρα, στην άκρη της αυλής, μια ψησταριά θα ψήνει σουβλάκια, για τις ανάγκες της επαναστατικής γυμναστικής και της επαλήθευσης της ρήσης του Μαρξ ότι «αν οι εκλογές ήταν για το συμφέρον του λαού θα ήταν παράνομες». Βλέπεις, επανάσταση με αδειανό στομάχι δεν γίνεται. Ο ηγέτης της επανάστασης, γνωρίζοντας απταίστως πια αυτές τις εργολαβίες του κοινωνικού ξεσηκωμού (έχοντας στην κολότσεπη τα λυσάρια και τα τσιτάτα των Μάρξ, Λένιν, Στάλιν, Τρότσκι κ.λπ.) θα φωτογραφίζει με ρωσική μηχανή prahtika επιδεικτικά όλους τους ελεύθερους πολίτες που θα προσέρχονται για να ψηφίσουν, ενώ στο κέντρο του περιβόλου ένα μέλος της οικογένειας του υποψφίου αρχηγού της «σφαγής των κοινο(κ)τήτων» θα τους καταγράφει σε «τεφτέρι» ως πράκτορας της KGB… (Τουλάχιστον αυτούς που θα καταφέρουν να ξεφύγουν από το μαινόμενο κοπάδι των μπολσεβίκων). Τα αρχεία αυτά θα αποδοθούν στη μυστική αστυνομία του προλεταριάτου για να στείλει αυτούς που ψήφισαν σε καταναγκαστικά έργα στις στέπες της Σιβηρίας και στο Σοργκούτ που στείλανε το Ζαχαριάδη του ΚΚΕ!».
«Μα καλά είναι δυνατόν να γίνουν όλα αυτά»; του λέω. «Το Κράτος, η Αστυνομία, η Δικαιοσύνη τι θα κάνουν;
Όλα αυτά θα περάσουν έτσι;» «Καλά που ζεις;» μου απαντά. «Μάλλον δεν ξέρεις τι θα πει όχλος»…
«Καλά του λέω. Εσύ σαν πιο …παλιός ξέρεις! Αλλά που θα βγάλει αυτή η ιστορί;»
«Α! μη βιάζεσαι! Θα σου πω. Το προλεταριάτο και οι αφελείς που ακολουθούν τον οπορτουνιστή μπολσεβίκο γρήγορα θα καταλάβουν το παιχνίδι που τους παίζει, και θα τον απομονώσουν. Το χωριό θα ενώσει τις δυνάμεις του μαζί με όλο το Μεραμπέλλο και θα φτιάξου ένα μεγάλο, δυνατό και ισχυρό Δήμο. Η Ελούντα θα προκόψει μαζί με τους άλλους και όχι μόνη της! ¶κου και μένα τον παλιό! Όλοι οι αρχηγοί της επανάστασης θα ζητήσουν συγνώμη για το διχασμό που πήγαν να παρασύρουν τον τόπο, αν τελικά δεν κλειστούν σε μοναστήρι.Η ¶ννα η Κομνηνή το έπραξε άλλωστε όταν δεν τελεσφόρησαν τα σχέδιά της να σφετεριστεί το θρόνο του αδερφού της για λογαρασμό του Νικηφόρου Βρυέννιου και πήγε στο μοναστήρι της Παμακάριστου έξω από την Κωνσταντινούπολη. Καιρός να πάνε και οι πρωτεργάτες της επανάστασης, σΆ ένα από τα τόσα που έχει το Μεραμπέλλο. Καλό θα κάνει και σΆ αυτούς και κυρίως στον τόπο!»
Οι πρωινές ακτίνες του ήλιου ήδη καλωσόριζαν την καινούργια μέρα. Το μακρόσυρτο και τρομακτικό όνειρο τέλειωσε ευτυχώς με καλό τέλος. Τυχαία ψηλάφισα από το κομοδίνο το βιβλίο που διάβαζα κάποιο πό τα προηγούμενα βράδια: Ήταν το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» του Διαφωτιστή Ζαν Ζακ Ρουσσώ, και η ματιά μου έτυχε να πέσει σε μια σελίδα που έγραφε «το άτομο είναι γεννημένο ελεύθερο αλλά παντού είναι στις αλυσίδες»…
Το σίγουρο είναι τι ούτε το όνειρό μου άλλαξε τίποτα, ούτε πολύ περισσότερο η Ιστορία. ¶λλωστε το επιβεβαίωσε το βράδυ και ο εντεκάχρονος γιος μου όταν μου είπε: «Μπαμπά είμαι σίγουρος, ότι σΆ αυτό το σχολείο έγινε σήμερα το χειρότερο μάθημα από τότε που το κτίσανε».
 
ΚΩΣΤΗΣ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ
 
Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ
Komavr@otenet.gr
Print Friendly, PDF & Email

Από manos