Η λεηλασία των Κυπριακών αρχαιοτήτων
Μέχρι και στην Ιαπωνία έχουν βρεθεί κλεμμένες Κυπριακές αρχαιότητες (φωτό Φilenews Kύπρου)

«Η ιστορία του πολιτισμού αποτελεί μια θλιβερή αλληλοδιαδοχή καταστροφών, λεηλασίας και βανδαλισμών. Θύματα όμως των δηώσεων και των βαρβαροτήτων είναι τα καλλιτεχνήματα όχι μόνο του αρχαίου ελληνικού κόσμου αλλά και όλων των λαών με πλούσια πολιτιστική παράδοση.

Ο αφανισμός των καλλιτεχνικών θησαυρών -αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, αγγειοπλαστική κλπ.- κατά τη διάρκεια των πολεμικών περιπετειών είναι η πιο επονείδιστη πτυχή της παγκόσμιας ιστορίας. Γιατί αφορά τα επιτεύγματα του πνεύματος και της τέχνης, την κατ’ εξοχήν ανιδιοτελή δημιουργική έκφραση των λαών, ανθρωπιστική μαζί και ειρηνική.

Οι Έλληνες παρακολουθούσαν ανίσχυροι και άφωνοι στη μακραίωνη ιστορική τους διαδρομή να διαγουμίζονται και να αφανίζονται μνημεία και καλλιτεχνήματα ενός ανεπανάληπτου πολιτισμού», σημειώνει ο Κυριάκος Σιμόπουλος στην εισαγωγή του βιβλίου του «Η λεηλασία των Ελληνικών αρχαιοτήτων».

“Η καταστροφή πολιτιστικών αγαθών, ανεξάρτητα σε ποιό λαό ανήκει, είναι καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς ολόκληρης της ανθρωπότητας”. Αυτό αναφέρει το προοίμιο της διεθνούς σύμβασης της Χάγης του 1954 για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε εμπόλεμες συρράξεις.

“Η καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου είναι απίστευτη”, λέει η αρχαιολόγος, ιστορικός τέχνης Άννα Μαραγκού στη DW . Μνημεία αραμαϊκά, ελληνικά, ρωμαϊκά και βυζαντινά , τα περισσότερα βρίσκονται στη Βόρεια Κύπρο. Περίπου 550 βυζαντινές εκκλησίες έχουν καταστραφεί εν μέρει ή ολοσχερώς. Δύο εκκλησίες έχουν εξαφανιστεί. Σχεδόν όλα τα ελληνο-ορθόδοξα νεκροταφεία έχουν συληθεί. Αφαιρέθηκαν οι σταυροί, συλήθηκαν οι τάφοι.

Μπολτασλί λέγεται ένα μικρό χωριό στην Καρπασία. Αυτό γράφει σήμερα η πινακίδα. Είναι το χωριό Λιθράγκωμη, αλλά καμία πινακίδα δεν αναφέρει πλέον το παλιό το όνομα. Εκεί βρίσκεται η Παναγιά της Κανακαριάς, ο αρχαιότερος ναός στην Κύπρο, όπως εξηγεί η δημοσιογράφος Μιχαέλα Γιάνσεν που παρακολουθεί την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Κύπρο. Η Παναγιά Κανακαριά, χτίστηκε στα τέλη του 5ου, αρχές του 6ου αιώνα. Τον 8ο αιώνα καταστράφηκε από Άραβες πειρατές και ξαναχτίστηκε.  Δεν αναφέρεται λέξη για τα περίφημα ψηφιδωτά της Κανακαριάς, τα οποία έχουν στο μεταξύ λεηλατηθεί. “Λίγο μετά την εισβολή του 1974 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης του ναού. Στο παλιό τμήμα εδώ ήταν τα μωσαϊκά από τον 5ο-αρχές του 6ου αιώνα. Έμειναν μόνο μερικά κομμάτια στην οροφή. Οι αρχαιοκάπηλοι κόλησαν χαρτί πάνω στο μωσαϊκό και το ξήλωσαν κυριολεκτικά”, λέει η κ. Γιάνσεν. Σχεδόν 20 χρόνια αργότερα βρέθηκαν στην κατοχή του Τούρκου εμπόρου τέχνης Ντίκμεν στο Μόναχο.

Οι γερμανικές αρχές επέστρεψαν ένα μέρος μόνον, για τα υπόλοιπα υπάρχει δικαστική διένεξη για το ιδιοκτησιακό καθεστώς. “Φαίνεται ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται ότι αυτά τα αντικείμενα για μας έχουν και μία θρησκευτική αξία καθώς είναι πολιτιστικά αγαθά από τη βυζαντινή εποχή”, λέει απογοητευμένος ο δικηγόρος της κυπριακής πλευράς Γιάννης Λαζάρου στο ίδιο άρθρο.

Με την Τούρκικη εισβολή του 1974 η πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου υπέστη βανδαλισμούς και συλήσεις και παρόλες τις ρητές συμβατικές διατάξεις για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η Τουρκία αγνοεί και επανειλημμένα παραβιάζει τους δεσμευτικούς κανόνες των διεθνών συμβάσεων, σημειώνεται στην ιστοσελίδα του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και αναφέρονται οι παρακάτω συμβάσεις:

1. Σύμβαση της Χάγης, 14 Μαρτίου 1954, «για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ενόπλου συρράξεως». Η Σύμβαση συνοδεύεται από έναν εκτελεστικό Κανονισμό και ένα Πρωτόκολλο που αποβλέπουν στην τεχνική πραγμάτωσή της.

2. Η Σύσταση της Γενικής Συνδιάσκεψης της UNESCO, 19 Νοεμβρίου 1964, «για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν με σκοπό να εμποδιστεί η εξαγωγή, εισαγωγή και μεταβίβαση των παράνομα κτηθέντων πολιτιστικών αγαθών».

3. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση «για την προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς» που υιοθετήθηκε στο Λονδίνο στις 6 Μαΐου 1969 από τα μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης.

4. Σύμβαση της 14ης Νοεμβρίου 1970, η οποία συνάφθηκε υπό την αιγίδα της UNESCO «για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ώστε να εμποδιστεί η εξαγωγή, εισαγωγή και μεταβίβαση των παράνομα κτηθέντων πολιτιστικών αγαθών».

5. Η Διεθνής Σύμβαση του Παρισιού της 16ης Νοεμβρίου 1972 «για την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς».

 Η έκταση των καταστροφών είναι μεγάλη και σε πολλές περιπτώσεις μη αναστρέψιμη. Τα μουσεία του κατεχόμενου τμήματος έχουν λεηλατηθεί όπως και πολλές πλούσιες ιδιωτικές συλλογές αρχαιοτήτων. Εκκλησίες έχουν βανδαλιστεί , έχουν κλαπεί συστηματικά εκκλησιαστικές εικόνες και εκκλησιαστικά σκεύη, τοιχογραφίες έχουν αποτοιχιστεί και έχουν αφαιρεθεί ψηφιδωτά δάπεδα. Πολλά από τα αντικείμενα αυτά εντοπίστηκαν σε αγορές της Ευρώπης και εμφανίζονται καθημερινά σε δημοπρασίες.

Πολλές ερωτήσεις έχουν γίνει κατά καιρούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ευρωβουλευτές διαφόρων χωρών. Διαβάζουμε σε μία από αυτές στην επίσημη ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου: «Η Τουρκία συνεχίζει από το 1974 την παράνομη κατοχή της Κύπρου παραβιάζοντας πολλά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Mία από τις αναπόφευκτες συνέπειες της κατοχής αυτής ήταν η προοδευτική αλλοίωση του χαρακτήρα των κατεχομένων περιοχών. Η Τουρκία, κατέστρεψε δυστυχώς, πολιτιστικούς θησαυρούς, θρησκευτικά μνημεία, αρχαία και σύγχρονα σύμβολα και οτιδήποτε θυμίζει την παρουσία των ελληνοκυπριακού πληθυσμού στην υπό τουρκική κατοχή περιοχή της Κύπρου.

Είναι επείγουσα η ανάγκη αντίδρασης στην προοδευτική και συστηματική καταστροφή εκ βάθρων της κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς. Μολονότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα ψήφισμα με το οποίο καταδικάζει την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς στο κατεχόμενο από την Τουρκία τμήμα της Κύπρου το 1998, η καταστροφή, η διαρπαγή και η λεηλασία των μνημείων στη Βόρεια Κύπρο συνεχίζεται, παρά το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι από τον Μάιο 2004, πλήρες κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τί μπορεί να πράξει η Επιτροπή για να ασκήσει περαιτέρω πίεση στην τουρκική κυβέρνηση, που ετοιμάζεται να αρχίσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, για να σεβαστεί τη σημαντική ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου;». Την ερώτηση υπογράφουν οι  Charles Tannock , Ιωάννης Κασουλίδης  και Theresa Villiers. Θαυμάστε την απάντηση της Επιτροπής: «Αναφορικά με την πρώτη ερώτηση του Αξιότιμου Μέλους του Κοινοβουλίου, η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για τις ζημίες που υπέστη η πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου. Είναι σαφές ότι μια πολιτική διευθέτηση του κυπριακού ζητήματος θα επέτρεπε την κατάλληλη αντιμετώπιση των θεμάτων πολιτιστικής κληρονομιάς μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Σε πρώτη ευκαιρία, η Επιτροπή θα υπενθυμίσει στις αρχές του βόρειου τμήματος την ευθύνη τους όσον αφορά την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου.» Η Επιτροπή λυπάται (!) κι αντί να καταδικάσει την εισβολή και κατοχή του Τουρκικού στρατού και τις λεηλασίες των Κυπριακών αρχαιοτήτων, περιμένει «την πολιτική διευθέτηση του Κυπριακού ζητήματος  για να υπενθυμίσει»… μπλα, μπλα, μπλα, χωρίς ντροπή!

Σύμφωνα  με υπολογισμούς της Κυπριακής Αστυνομίας, πάνω από 60,000 αρχαία αντικείμενα έχουν παράνομα μεταφερθεί σε ξένες χώρες σ’ όλο τον κόσμο από το 1974. Οι πιο σημαντικές και ανεκτίμητες εικόνες περιήλθαν στην κατοχή οίκων δημοπρασίας και πωλήθηκαν παράνομα από εμπόρους τέχνης στο εξωτερικό, σημειώνει στην ιστοσελίδα της η πρεσβεία της Κύπρου στη Στοκχόλμη. Το γεγονός ότι περισσότερες από 133 εκκλησίες, ξωκλήσια και μοναστήρια έχουν βεβηλωθεί, 77 εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε τζαμιά, 28 χρησιμοποιούνται από τον τουρκικό στρατό ως αποθήκες, κοιτώνες ή νοσοκομεία, 13 χρησιμοποιούνται ως αποθήκες ή αχυρώνες, αποδεικνύει σαφώς ότι η θρησκευτική και πολιτιστική κληρονομιά στο βόρειο τμήμα του νησιού υπήρξε πάντοτε στόχος των κατοχικών αρχών. Ιδιαίτερα η μετατροπή της Εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής στην κατεχόμενη κωμόπολη της Λαπήθου (επαρχία Κερύνειας) σε ξενοδοχείο και καζίνο πολυτελείας και η χρήση του Αρμενικού μοναστηριού Σουρπ Μάγκαρ (κτισμένο τον Μεσαίωνα) σαν καφετερίας, αποτελούν αδιάσειστη απόδειξη των άνομων σκοπών των κατοχικών αρχών.

Παράδειγμα της έλλειψης σεβασμού εκ μέρους του τουρκικού στρατού είναι η κατεδάφιση νεολιθικού οικισμού στο Ακρωτήρι Αποστόλου Ανδρέα-Κάστρου στο κατεχόμενο Ριζοκάρπασο, παρά το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είχε κηρύξει το εν λόγω χώρο Αρχαίο Μνημείο. Σκοπός της απαράδεκτης αυτής ενέργειας, η οποία έγινε με τη χρήση εκσκαφέων, ήταν η τοποθέτηση δύο ιστών για τη σημαία της Τουρκίας και της «ΤΔΒΚ» στην κορυφή του λόφου.

Στο βιβλίο του ο Δανός φωτογράφος και συγγραφέας, Χένρικ Κλάουσεν, διαβάζουμε στον Reporter της Κύπρου, κατέγραψε την άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι ορθόδοξες εκκλησίες, χριστιανικά μνημεία και κοιμητήρια στα κατεχόμενα. Στο βιβλίο επιχειρείται και σύγκριση για το πώς διατηρούνται στις ελεύθερες περιοχές τα τζαμιά.

Όπως αναφέρει ο Δανός συγγραφέας, «μετά που είδαμε πώς αντιμετωπίζονται οι εκκλησίες στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, κάποιος θα αναρωτηθεί δικαίως, αν οι Κύπριοι, στο ελεύθερο τμήμα του νησιού, συμπεριφέρονται στα τζαμιά με ανάλογο τρόπο, δηλαδή αφήνοντάς τα να αποσυντεθούν, προχωρώντας σε βανδαλισμούς ή κλοπές. Η απάντηση είναι “όχι”. Υπάρχουν 17 αρχαία τζαμιά στο νότιο τμήμα της Κύπρου, τα οποία είναι όλα προστατευόμενα από την κυβέρνηση και συντηρούνται από το κράτος. Έντεκα από αυτά αρχικά κτίστηκαν ως εκκλησίες και στη συνέχεια μετατράπηκαν σε τζαμιά, κάτω από την οθωμανική κυριαρχία. Η κυβέρνηση της Κύπρου δεν έχει μετατρέψει τα τζαμιά ξανά σε εκκλησίες και διευκολύνει ενεργά τη χρήση τους από τους μουσουλμάνους».

Τα τουρκικά εγκλήματα στα κατεχόμενα είναι τεκμηριωμένα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και άλλα διεθνή Ινστιτούτα, με τη διεθνή κοινότητα να προσπαθεί, αλλά να μην καταφέρνει επί τις ουσίας, να καταστήσει υπεύθυνη την Τουρκία. Βέβαια, κατά τη διάρκεια αυτών των συνεχιζόμενων εγκλημάτων, κανένα τουρκικό ΥΠΕΞ, κανένας Τατάρ και κανένας Οζερσάι δεν βρέθηκαν να καταδικάσουν αυτές τις συμπεριφορές.

 Ο Πέτρος Κληρίδης, πρώην Γενικός Εισαγγελέας της δημοκρατίας της Κύπρου σημειώνει για τις λεηλατημένες αρχαιότητες:  “για μας δεν είναι απλά κάποια πολιτιστικά αντικείμενα. Είναι η ιστορία μας. Δεν έχουμε πετρέλαιο, δεν είμαστε πλούσιοι. Αυτό που έχουμε είναι η ιστορία μας”.      

 Γιώργης Λαγκαδινός

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos