γαλάζιες σημαίεςτου Φώτη Κοκοτού

Έγραψα πριν από λίγο καιρό ένα άρθρο για τον Τουρισμό και το περιβάλλον που κίνησε ένα συμπολίτη μου να με ρωτήσει: «μα γιατί επιμένεις ότι χρειάζεται να φτιάξουμε γήπεδα γκολφ;». Η απάντησή μου, που νομίζω ότι του έδωσε πολλές ευκαιρίες να ξανασκεφτεί το πώς αντιλαμβάνεται τον Τουρισμό, ήταν μια ευκαιρία να εξηγήσω πόσο σημαντικός θα είναι ο Τουρισμός για την ανάπτυξη της οικονομίας μας συνολικά.

 

Υπάρχουν πολλοί ρομαντικοί που θεωρούν ότι ο Τουρισμός πρέπει να γίνεται μόνο με μικρά ξενοδοχεία ποιότητας, όπου όλοι οι επισκέπτες θα είναι υψηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου, θα ξέρουν από αρχαία ιστορία και σύγχρονη γαστρονομία, θα ξοδεύουν στα μαγαζιά κλπ. Έτσι, καταλήγουν να σνομπάρουν αυτούς που τους ενοχλούν: από τους έφηβους που πίνουν μπύρες ως τους ηλιοκαμένους που δεν κουνιούνται απ’ τις ξαπλώστρες, κι από τους all-inclusive ως τους γκολφέρ. Αυτή η στάση «δε μ’ αρέσουν οι προτιμήσεις σου, άρα δεν είσαι καλοδεχούμενος» είναι τελείως αντίθετη στο πνεύμα της φιλοξενίας και την ανάγκη της χώρας μας για τουριστικά έσοδα.

Είχα ξεκινήσει σ’ εκείνο το άρθρο για το γκολφ και εξηγούσα ότι τα υποτιθέμενα «οικολογικά» επιχειρήματα εναντίον του (ολυμπιακού, πλέον) αθλήματος αυτού είναι ανεδαφικά, και τα καταρρίπτω εύκολα για όποιον με ρωτήσει. Στην πραγματικότητα, όμως, ο λόγος που ο κόσμος δε θέλει τα γήπεδα γκολφ είναι γιατί δεν του αρέσει σα χόμπι, γιατί είναι ξένο προς τις συνήθειές του, και γιατί στην Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί άθλημα της «άρχουσας» τάξης. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, είναι άλλη μια συντηρητική έκφραση του ταξικού συμπλέγματος που μας κατατρύχει. Κάπως έτσι είναι και η απέχθεια προς το «all-inclusive». Οι πελάτες αυτοί θεωρούνται «κατώτεροι» από τους άλλους, επειδή δεν ξοδεύουν στα μαγαζιά έξω, και άρα δεν είναι αποδεκτοί από μία συντηρητική κοινωνία που βλέπει τον πελάτη μόνο ως πηγή εσόδων, όχι σα φιλοξενούμενο της χώρας. Όταν δε βλέπουμε το δικό μας πολιτισμικό επίπεδο, όπου οι «λεφτάδες» τα σπάνε στα μπουζούκια με λουλούδια και φτηνές σαμπάνιες, αλλά ταυτόχρονα έχουμε στήσει ολόκληρες γειτονιές για τους νεαρούς που πίνουν μπύρες μέχρι τελικής πτώσεως, κάπου έχουμε χάσει το δρόμο. Σίγουρα, είναι ανάγκη ν’ αντιληφθούμε τις παρακάτω απλές αλήθειες.

Κατ’ αρχάς, το “all-inclusive” είναι μια παγκόσμια τάση της αγοράς που ολοένα αυξάνεται, οπότε είναι σίγουρο ότι θα φέρνει όλο και περισσότερο χρήμα στα ξενοδοχεία της χώρας μας, και άρα στους υπαλλήλους των ξενοδοχείων, τους προμηθευτές τους, τους συνεργάτες τους, την εφορία και τις τοπικές δημοτικές αρχές. Επίσης, κατ’ αρχήν, είναι ένα σύστημα που κερδίζει έδαφος γιατί έχει τεράστια πλεονεκτήματα για τον καταναλωτή: πληρώνεις μία φορά, στη χώρα σου και στο δικό σου νόμισμα, για ένα και μοναδικό πακέτο διακοπών που έχει πλήρη νομική κάλυψη για οτιδήποτε απρόοπτο. Μπορείς να το αγοράσεις δώρο στην οικογένειά σου για τα Χριστούγεννα και να είσαι διασφαλισμένος πως ό,τι και να συμβεί θα λάβεις την αξία των χρημάτων σου. Ακόμη και αν απεργούν οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, ακόμη κι αν κλείσουν οι συνδικαλιστές τα λιμάνια, ακόμη κι αν σε παρατήσει ο ταξιτζής στην εθνική αντί για το αεροδρόμιο, θα αποζημιωθείς πλήρως και θα μπορείς και να κυνηγάς τον πράκτορά σου στα δικαστήρια της δικής σου χώρας. Για τον καταναλωτή είναι μια ασφάλεια έναντι της Ελληνικής ανασφάλειας, την οποία – είμαι σίγουρος – θα αγόραζαν και πολλοί Έλληνες για τις δικές τους διακοπές, αν ήταν διαθέσιμη.

Υπάρχουν μερικά νούμερα που πείθουν περισσότερο απ’ τ’ άλλα. Ένα είναι το εξής: η μελλοντική ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας θα προέλθει κατά 50% από τον Τουρισμό (αρχικά ήταν 40% στη μελέτη της McKinsey, αλλά η συνεισφορά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εκμηδενίστηκε μετά τις έκτακτες εισφορές 35%). Θα το ξαναγράψω γιατί είναι πολύ σημαντικό: η Μισή Ανάπτυξη της Οικονομίας θα προέλθει από τον Τουρισμό! Έχουμε ένα εξαιρετικό εργαλείο να εισπράξουμε δισεκατομμύρια σε συνάλλαγμα, σε ζεστά λεφτά που θα πληρώσουν οι ξένοι επισκέπτες για τη φιλοξενία και τα προϊόντα μας. Και μάλιστα, έχουμε ήδη πληρώσει τις βασικές υποδομές: αεροδρόμια, λιμάνια, δρόμους και καταλύματα. Κι εμείς, αντί να κοιτάμε πώς θα μεγιστοποιήσουμε το όφελος, το παίζουμε και δύσκολοι. Ο ένας δε συμπαθεί το γκολφ κι ο άλλος τα «βραχιολάκια», ο ένας σνομπάρει τους ravers κι ο άλλος τους travelers, ο ένας τα έχει με τους Άγγλους και ο άλλος με τους Ρώσους.

Με τέτοια συντηρητικά μυαλά η χώρα δε θα προοδεύσει. Σε μια εποχή που ο κόσμος μένει άνεργος και η φτώχεια ρημάζει ζωές, πρέπει να σκεφτόμαστε προοδευτικά. Δεν έχουμε την πολυτέλεια ν’ αποκλείσουμε τεράστιες μάζες τουριστών επειδή δε μας αρέσει ο τρόπος ζωής τους. Εμείς οι πετυχημένοι τουριστικοί επαγγελματίες ξέρουμε ότι ο πελάτης είναι ιερός και πως πρέπει να σεβόμαστε τις προτιμήσεις του. Ας ξεπεράσουμε τα συντηρητικά συμπλέγματα του παρελθόντος κι ας συνειδητοποιήσουμε ότι ο τουρισμός, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι ο καλύτερος τρόπος ν’ αυξήσουμε το εθνικό μας εισόδημα.

Ο Φώτης Κοκοτός είναι επιχειρηματίας του Τουρισμού και των Κατασκευών, κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου (MSc) Μηχανικού Περιβάλλοντος, και υποψήφιος βουλευτής Λασιθίου με τη ΔΡΑΣΗ

Print Friendly, PDF & Email

Από manos