Πρωτοχρονιάτικη αδολεσχία
Ἔτσι μέ τόν εὐφυέστατο αὐτνό συμβολισμό ὁ καημένος ὁ Ἰανός ἔγινε κι αὐτός σάν τούς πολλούς ἀνθρώπους διπρόσωπος!

Ἄς ἀρχίσομε τή φετινή μας χρονιά μέ χαλαρή διάθεση, μ’ ἕνα μύθο πού μπῆκε στή ζωή μας καί τόν λατρεύομε χωρίς νά ξέρομε τό γιατί.  Κάποτε στό ἀρχαῖο Λάτιο, λίγο πρίν χτιστεῖ ἡ Ρώμη, ζοῦσε ἕνας μυθικός βασιλιάς, ὁ Ἰανός. Τώρα πῶς ζοῦσε ἕνας βασιλιάς πού ἦταν μυθικός, δηλαδή ἀνύπαρκτος, αὐτό εἶναι ἄλλο θέμα. Οἱ βασιλιάδες ὅλα μποροῦν νά τά κάμουν. Αὐτός λοιπόν ὁ Ἰανός ἦταν ἕνας ἄσημος ἀγροτοβασιλιάς, σάν ὅλους τοὺς τσιφλικάδες τῆς ἐποχῆς του, μέχρι πού δέχτηκε νά φιλοξενήσει ἕναν ἐπίσημο ξένο, τόν Κρόνο.

Ὁ Κρόνος, ὅπως λέει ἡ ἀρχαία Ἑλληνική μυθολογία, ἦταν ὁ παππούς τῶν θεῶν καί ἐπειδή κάποιος χρησμός τοῦ προφήτευσε ὅτι θά τόν βρεῖ  κακό ἀπό τά παιδιά του, μόλις ἡ γυναίκα του ἡ Ρέα γεννοῦσε παιδί, τό ἅρπαζε καί τό κατάπινε. Ὅμως ἡ Ρέα σάν γυναίκα ἐπιστράτευσε ὅλη της τήν ἐξυπνάδα  και, ὅταν γέννησε ἕνα παιδί, τό παραπάντησε (τὸ ἔκρυψε), φάσκιωσε μιά πέτρα καί τήν ἔδωσε ἀντί γιά τό παιδί στόν ἄντρα της τόν Κρόνο, ὁ ὁποῖος τήν κατάπιε ἀνυποψίαστος. Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή, ἀφοῦ κι ἐμεῖς Λασιθιῶτες εἴμαστε καί ξέρομε πῶς σώθηκε αὐτό τό μικρό παιδί κι ἔγινε ὁ μεγάλος Δίας «ὁ πατήρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε»! καὶ καταδίωξε τόν πατέρα του τόν Κρόνο κι ὕστερα  ὁ Κρόνος, ὁ παππούς τῶν θεῶν, ξέπεσε στό Λάτιο, ὅπου τόν φιλοξένησε ὁ βασιλιάς Ἰανός, γύρω στόν 5ο πρό Χριστοῦ αἰώνα.

Κατόπιν ὁ Ἰανός, μέ τή βοήθεια τοῦ Κρόνου, ἀνακάλυψε τή χρήση τῶν πλοίων, τό χρῆμα, καθώς καί τήν τέχνη τῆς γεωργίας. Ἔγινε ἕνας βασιλιάς-ἐπιχειρηματίας, ἐπιτυχημένος  γιά κείνη τήν ὑπανάπτυκτη ἐποχή. Γι’ αὐτό μόλις  πέθανε οἱ ὑπήκοοί του, ἀπό εὐγνωμοσύνη, τόν ἀνακήρυξαν θεό καί τοῦ ἔχτισαν ἕνα ναό στό Καπιτώλιο. Αὐτόν, λοιπόν, τόν θεό τόν ἤρεμο, τόν κερδοφόρο οἱ ὑπήκοοί του, ὕστερα ἀπό ἕνα θαῦμα πού ἔκαμε κι ἔσωσε τό Καπιτώλιο ἀπό τοὺς ἐχθρούς,  τόν ἀνακήρυξαν καί θεό τοῦ πολέμου.  Γιά νά ταιριάξουν  μάλιστα αὐτά τά δύο, πού συμβόλιζε αὐτός ὁ πανέξυπνος θεός Ἰανός, τήν εἰρήνη καί τόν πόλεμο, σοφίστηκαν τόν μεγαλύτερο συμβολισμό πού μποροῦσαν νά τοῦ προσδώσουν. Ἔβαλαν στό κεφάλι τοῦ θεοῦ δύο πρόσωπα, ἔκτοτε ὅλα τὰ ἀγάλματα τοῦ Ἰανοῦ τόν παρουσιάζουν μονοκέφαλο καὶ διπρόσωπο.

Ἔτσι μέ τόν εὐφυέστατο αὐτνό συμβολισμό ὁ καημένος ὁ Ἰανός ἔγινε κι αὐτός σάν τούς πολλούς ἀνθρώπους διπρόσωπος! Καί οἱ ἄνθρωποι, ἀφοῦ ἔγινε κατ’ εἰκόνα καί ὁμοίωσή τους τόν λάτρεψαν ὡς θεό στίς εἰσόδους καί στίς ἐξόδους τους.  Ὁ πρῶτος μήνας τοῦ ἔτους, ὁ Ἰανουάριος, πῆρε τό ὄνομά του ἀπό τόν Ἰανό, θεό κάθε ἀρχῆς στή Ρωμαϊκή μυθολογία. Τόν ἑόρταζαν κάθε πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, κάθε πρώτη ἡμέρα τοῦ μήνα καί τελικά καθιερώθηκε ἀπό τό 153 πρό Χριστοῦ νά ἑορτάζεται τήν Πρωτοχρονιά δηλαδή τήν 1η Ἰανουαρίου. Μέχρι τότε οἱ Ρωμαῖοι ἑόρταζαν τήν Πρωτοχρονιά τήν 1η Μαρτίου. Σήμερα ἑορτἀζεται μέ τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο, ὅπως θεσπίστηκε ἀπό τόν Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄,  στίς 24 Φεβρουαρίου τοῦ 1582. Στήν Ἑλλάδα εἰσήχθη ἀπό τό 1923, ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Μελετίου Μεταξάκη, τοῦ πατριώτη μας.

Γίνεται, λοιπόν, ἀντιληπτό ὅτι ὁ ἑορτασμός τῆς 1ης Ἰανουαρίου ὡς πρωτοχρονιᾶς εἶναι ἕνα εἰδωλολατρικό ἔθιμο, πού δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη μας. Σύμφωνα μέ τό συναξάρι τῆς ἡμέρας, τήν 1η Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή Δεσποτική ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ καί τή μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Βασιλείου ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας οὐρανοφάντορος τοῦ Μεγάλου.  Καμιά ἀναφορά  δέν γίνεται σέ πρωτοχρονιά καί σέ ἀρχή νέου ἔτους.

Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει καθορίσει τήν 1η Σεπτεμβρίου ὡς ἀρχή τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, γι’  αὐτό καί πολλοί ἀπό τούς ὕμνους,  πού ἀκοῦμε ἐκείνη τήν ἡμέρα, εἶναι ἀφιερωμένοι «στόν νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου». Ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἑορτάζει ὡς Πρωτοχρονιά τήν 1η Ἰανουαρίου πού  εἶναι ἑορτή τοῦ Καίσαρος, πολιτική Πρωτοχρονιά, γι’  αὐτό εἶναι καί  ἀκατανόητο γιά ἕνα χριστιανικό κράτος καί μάλιστα ὀρθόδοξο νά  ἑορτάζει ἐκείνη  τήν ἡμέρα ἕναν ψευτοθεό, κατάλοιπο  μιᾶς εἰδωλολατρικῆς ἐποχῆς.

Γιά τόν χριστιανό ἡ κάθε μέρα εἶναι Πρωτοχρονιά – ἀρχή ἑνός καινούργιου χρόνου. Συνειδητοποιεῖ ὅτι δέν εἶναι πολίτης ἀλλά ὀδίτης. «Καί μήν πεῖ κανείς, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἔχω αὐτήν ἐδῶ ἤ ἐκείνη τήν πόλη, ἡ Πόλη ἄνω ἐστί. Τά παρόντα ὁδός ἐστιν, πανδοχεῖον ἐστίν ὁ παρών βίος». Ἡ μοναδικότητα καί παροδικότητα τοῦ βίου συνθέτει τή μοναδικότητα τοῦ καιροῦ. Ὁ ἔξυπνος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος  μεταβάλλει τήν κάθε χρονική στιγμή σέ καιρόν, «εἰς καιρόν μετανοίας». Ἡ ἀπεραντοσύνη τῆς αἰωνιότητος βιώνεται ὡς καθημερινό γεγονός καί ἐλπίδα σωτηρίας. Στά χέρια μας βρίσκεται ὁ καιρός καί στά χέρια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Πότε ἐπιτέλους θά ἀπαρνηθοῦμε τά εἴδωλα  καί θά κάμομε τή ζωή μας μιά συνεχὴ ἐν Χριστῷ Πρωτοχρονιά;

π. Ευάγγελος Παχυγιαννάκης

αδολεσχία

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos