Στοχασμοί απλού ιερέα

Ένας φίλος προχθές για να με πειράξει, προφανώς, μου είπε, προκαλώντας με: «παπά – Βαγγέλη γράψε πράμα κι εσύ για τον κορωνοϊό, είναι κάτι που απασχολεί όλο τον κόσμο. Τι λέει η Εκκλησία, γιατί στέλνει ο Θεός αυτές τις αρρώστιες και βασανίζεται ο κόσμος;»

Είπε και άλλα πολλά, αλλά δε απάντησα. Στην επιμονή του, του είπα: τα έχουν εξηγήσει αρκετά  και καλά πιο ειδικοί και πιο αρμόδιοι από εμένα, άσε καημένε μη χάνεσαι σε πράγματα που δε βρίσκεις άκρη. Γεγονός είναι ότι μια μέρα όλοι θα αποχαιρετήσομε αυτόν τον κόσμο, ο καθένας από μια αιτία.

Και το σπουδαιότερο είναι αυτό που έλεγε ο μπάρμπας μου ο Αδαμάντιος:

«Ο πιο πραγματικά νεκρός δεν είν’ ο αποκλαμένος,
μα που νομίζει ότι ζη και νάν’ αποθαμένος».

Αλλού, λοιπόν είναι το ζήτημα, γιατί ζης; από που έρχεσαι και που πηγαίνεις; Διαβατάρηδες είμαστε σε τούτον τον κόσμο. Αυτό, θα πείτε το ξέρομε, τότε γιατί αγωνιούμε; Το τέλος κάποτε θα έρθει. Πότε και πως;  κανείς δεν ξέρει. Και όμως, ο χωριανός μου ο Γιώργης ο Κυβερνήτης μια φορά μου είπε μια μαντινάδα που δεν την ξεχνώ, γιατί τόσο εύστοχα διεκτραγωδούσε την πραγματικότητα.

Ακούστε την:

«Αὐτόν τὸν κόσμο ἐμάθαμε ψεύτη νὰ τόνε λέμε,
μα σὰν θὰ τόνε χάσομε γι’ αὐτόν τὸν ψεύτη κλαῖμε!»

Έτσι, όταν πήγα στο σπίτι σκέφτηκα να δώσω μια απλή απάντηση στον φίλο μου σαν απλός παπάς:

Ὅποιος τὸν κορωνοϊὸ φοβᾶται, μὴν ἐλπίσει,
οὔτε στὴν ἄλλη τὴ ζωὴ οὔτε σ’ αὐτὴ θὰ ζήσει.

Ὁ φόβος είναι κόλαση κι ὅποιος δεν τὸ κατέχει
ἐλπίδα για παράδεισο ποτέ του νὰ μὴν ἔχει.

Γιατὶ εἰς τὸν παράδεισο δεν πάν’ ὅσοι φοβοῦνται,
μόνο ἐκεῖνοι π’ ἀγαποῦν κι ἐκεῖνοι π’ ἀγαπιοῦνται.

Κι ὅποιον ὁ φόβος κυνηγᾶ γιὰ νὰ τὸν κατακτήσει,
στην Παναγιά νὰ τρέχει εὐθὺς γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει.

Οὔτε ὁ κορωνοϊός οὔτε  ἀρρώστια ἄλλη,
μπορεί μέσα στα στήθη μας τὸν φόβο του να βάλλει.

Γιατ’ ἔχομε τὰ θάρρη μας στὴ ζωντανὴ ἐλπίδα,
στην Παναγιὰ που σώζει μας στὴν κάθε καταιγίδα.

Χιλιάδες κορωνοϊοὶ κι ἄν ἔλθουν μὴ φοβᾶστε,
 μὲ τὴν ἐλπίδα στὸν Θεὸ πάντα θὰ τὸν νικᾶτε.

Ν’ ἀκοῦτε καὶ τὸν ἰατρὸν κι ἄν ἀπ’ τὴν πείρα πού ’χει,
θὰ σᾶς εἰπεῖ νὰ βάλετε, βάλτε το τὸ στουμούχι.                                                      

†Πρωτ. Ε.Π.

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos