Χθες, μεσάνυχτα και κάτι ...
ο Γιάννης Πουλόπουλος

Γράφω το μακρύ σου όνομα στην οθόνη και με υποδέχεται μια πληθώρα σελίδων. Βιογραφικά στοιχεία, τραγούδια, σχόλια… Τόσα πολλά; Κι ακόμα περισσότερα. Διαλέγω μια και διαβάζω:

Πελοποννήσιος, Μανιάτης, λέει, στην καταγωγή (παιδί της κατοχής, όπως τόσοι άλλοι), κάτοικος Αθηνών (Μεταξουργείο…). Ορφάνεψες νωρίς από μητέρα; Δεν το γνώριζα. Και σου άρεσε πράγματι το τραγούδι από μικρός; Για αυτό περίμενες, λέει, ώρες έξω απ’ την εταιρεία Columbia, εικοσάχρονο παλικαράκι, ελαιοχρωματιστής αλλά και ποδοσφαιριστής,  για μια μόνο ακρόαση.

Έτσι γράφει. Γράφει ακόμη ότι τα κατάφερες. Μπήκες και σ’ άκουσαν. Και σε διάλεξαν. Και λίγο αργότερα, όταν η εταιρεία αποφάσισε να προβεί σε εκκαθαρίσεις, πολλοί νέοι τραγουδιστές της πέρασαν από ακρόαση, απέτυχαν και έφυγαν. Εσύ όμως παρέμεινες.

Και τότε, λέει, ο Μίκης Θεοδωράκης, μέλος εκείνης της επιτροπής ακροάσεων, είπε, αναφερόμενος σε εσένα, ότι θα σε κάνει τραγουδιστή. Το είπε;  Πάντως είτε το είπε είτε όχι, σίγουρα το έκανε. Όλοι ξέρουμε τις νεανικές ερμηνείες σου στη «Γειτονιά των Αγγέλων», τη θεατρική συνεργασία του συνθέτη με τον Καμπανέλλη και τους Κούρκουλο – Καρέζη («Στρώσε το στρώμα σου για δυο», «Δόξα τω Θεώ», «Το  ψωμί είναι στο τραπέζι»). Κι ύστερα;

Ύστερα γράφει για τη «διαμάχη» με τον Μπιθικώστη που μεσουρανούσε τότε : «Ή ο μικρός ή εγώ». Έθεσε άραγε ο «Σέρ» τέτοιο δίλημμα στην εταιρεία; Πάντως, εσύ, λέει, αποχώρησες, πήγες φαντάρος το δύσκολο 1964 και απολύθηκες το ακόμα πιο δύσκολο 1966. Και μετά;

Μετά, ξέρουμε: Πλάκα, «Εσπερίδες», «Ταβάνια» ή αλλιώς: Νέο Κύμα και ηχογραφήσεις στην περίφημη Λύρα του Πατσιφά. Συνταξιούχος καρδιολόγος της πόλης μας μου ’λεγε πως σ’ άκουγε τότε· πως άρεσε ο τρόπος κι η φωνή σου. Τι πρέπει να προσθέσουμε; Μα φυσικά, τις συνεργασίες με τους επίσης νεότατους: Λοΐζο και Κουγιουμτζή. Τι θα πει αυτό; Θα πει ηχογραφήσεις τραγουδιών όπως: «Καράβια αλήτες» και «Μη μου θυμώνεις μάτια μου», αντιστοίχως.

Τί άλλο; Μα τις συνεργασίες με συναδέλφους σαν τη Μαρινέλλα, τον Τόλη Βοσκόπουλο ή τη Δούκισσα  σε κοσμικά κέντρα της εποχής όπως η «Νεράιδα» και το «Χρυσό Βαρέλι», κι ακόμη τη γνωριμία με τον Μίμη Πλέσσα και τις συμμετοχές στις ταινίες του Φίνου: «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Μια κυρία στα μπουζούκια», ¨Η παριζιάνα» κ.α.

Έτσι, φτάνουμε στα 1969. Η πορεία σου στα δυο. Η ελληνική δισκογραφία στα δυο: Πριν τη συνεργασία σου με τους Πλέσσα-Παπαδόπουλο και μετά απ’ αυτήν. Πριν το «Δρόμο» και μετά το «Δρόμο». Ένας δίσκος σταθμός για σένα αλλά και την ελληνική δισκογραφική βιομηχανία. Άκου τι διηγείται ή συνερμηνεύτριά σου Ρένα Κουμιώτη σχετικά με την απονομή του χρυσού σας δίσκου. Πήγε, λέει, το δικό της στο σπίτι, τον έβαλε στο πικάπ και, παραδόξως, αν και χρυσωμένος, έπαιζε· έπαιζε όμως την «Κυρά Γιώργαινα των Κατσαρού – Πυθαγόρα (sic). Φαίνεται ότι η εταιρεία, από λάθος ή αδιαφορία, είχε χρυσώσει άλλον δίσκο!

Τί να μην ξεχάσω; Μα την άποψη του στιχουργού Κώστα Βίρβου που σε θεωρούσε έναν αμιγώς λαϊκό τραγουδιστή, τον οποίον αποπροσανατόλισαν διάφοροι, στρέφοντάς τον σε ένα άλλο είδος τραγουδιού!

Εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε στην έντονη δισκογραφική δραστηριότητα των επόμενων χρόνων. Τραγούδια και πάλι τραγούδια (μερικά τα συνθέτεις εσύ). Τραγούδια των: Κόκκοτου, Γλέζου, Σπανού, Μαμαγκάκη, Κοντογιώργου και πολλών άλλων. Και στο τέλος δυο ποιητικές συλλογές, έτσι γράφει εδώ, μέχρι που αποχώρησες από τη δισκογραφία και το χώρο γενικότερα – αν μπορεί να συμβεί αυτό.

Τώρα, όσον άφορα στο όνομά σου: Όχι, δεν ξέχασα να το γράψω· επίτηδες το έκανα. Ίσως γιατί, εδώ και χρόνια, σε φωνάζουν πια με άλλα ονόματα. Σε λένε (διαλέγω πρόχειρα μερικά): «Το άγαλμα», «Μέθυσε απόψε το κορίτσι μου», «Ο τρελός», «Δώδεκα μαντολίνα», «Το άδειο σπίτι», «Κι αν περπατώ», «Παιδί μου ώρα σου καλή»· σε λένε ακόμη : «Ποια νύχτα σ’ έκλεψε», «Μην του μιλάτε του παιδιού», «Απόψε κάποιος θα χαθεί», «Κι αν περπατώ», «Τα φιλιά», «Καμαρούλα μια σταλιά». Και άλλα πολλά. Έχουν κι άλλοι τόσα πολλά ονόματα;

Να μην ξεχάσω πως μερικοί από μας, γρατζουνώντας μπουζούκια και τραγουδώντας, σ’ έλεγαν αλλιώς. Σ’ έλεγαν: η παιδική και η νεανική μας ηλικία. Που τέλειωσε. Μαζί σου. Έτσι σ’ έλεγαν.

Τί άλλο; Τίποτα. Μόνο: καλά τραγούδια, όπου κι αν τραγουδάς.

Νίκος Τζώρτζης

Print Friendly, PDF & Email

Από giorgos